ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 5η Μαΐου 2025
Ο ΝΕΟ-ΑΡΕΙΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ
(Αναφορά στην παπική αίρεση «περί κτιστής χάριτος»)
Εφέτος συμπληρώνονται 1700 χρόνια από την σύγκληση της Αγίας Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, το 325, από τον πρώτο χριστιανό αυτοκράτορα και άγιο της Εκκλησίας μας, Μ. Κωνσταντίνο, για την αντιμετώπιση της φοβερής αίρεσης του αρειανισμού, η οποία συντάραξε την Εκκλησία και απείλησε αυτή την ίδια την ύπαρξή της. Εκφραστής της ο αλεξανδρινός πρεσβύτερος Άρειος, ο οποίος παρακινούμενος από δαιμονική ενέργεια, την κακόδοξη διδαχή κατεγνωσμένων αιρεσιαρχών και κινούμενος από ατομική έπαρση, επιχείρησε να ανατρέψει εκ βάθρων ολόκληρο το οικοδόμημα της Εκκλησίας, προσβάλλοντας καίρια το Δόγμα της Αγίας Τριάδος.
Άμεσος στόχος του αρειανισμού ήταν το θεανδρικό Πρόσωπο του Χριστού, του Οποίου αρνήθηκε την θεότητα, ορίζοντάς Τον ως «το πρώτο κτίσμα του Θεού». Αρνούμενος την θεότητα του Λόγου, αρνείται και την τριαδικότητα του Θεού, εκλαμβάνοντας ως Θεό μόνο τον Πατέρα και ως «απρόσωπη δύναμη» το Άγιο Πνεύμα.
Η Αγία Εκκλησία του Χριστού έχοντας απόλυτη βεβαιότητα ότι η αλήθεια είναι συνώνυμη με τη σωτηρία, έδωσε τιτάνιες μάχες κατά των αιρέσεων, οι οποίες ως ενδημική νόσος άρχισε να Την προσβάλλει από τις πρώτες ημέρες της επί γης παρουσίας Της.
Ο Κύριός μας και Λυτρωτής μας Ιησούς Χριστός μας δίδαξε πως Εκείνος είναι «η οδός, η αλήθεια και η ζωή» (Ιωάν.11, ). Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μας γνωρίζει ότι ο Χριστός ήταν, είναι και θα είναι «τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων… τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ιωάν.1,3.9). Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος, πριν ενσαρκωθεί ο Λόγος βρισκόταν «ἐν τῇ σκοτίᾳ», η οποία οδηγούσε το ανθρώπινο γένος στη «σκιά του θανάτου». Ο πεσμένος στην αμαρτία άνθρωπος ήταν ανίσχυρος να δει και να βιώσει την αλήθεια και ακόμη περισσότερο να γνωρίσει το Θεό, καθώς «οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν» (Α΄Κορ.1,20). Γι’ αυτό λοιπόν και ο Θεός ευδόκησε ώστε να διαχυθεί «ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια» στον κόσμο «διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ» (Ιωάν.1,17).
Η αλήθεια είναι εκ του Θεού και το ψεύδος εκ του διαβόλου. Η αλήθεια σώζει και ελευθερώνει και το ψεύδος υποδουλώνει και καταστρέφει και για τούτο ο Χριστός μας παροτρύνει: «γνώσεσθε την αλήθεια και η αλήθεια ελευθερώση υμάς» (Ιωάν.8,32). Ως απελευθέρωση νοείται η απολύτρωση από το δαιμονικό ψεύδος, το οποίο υποδουλώνει τον άνθρωπο, σκοτίζει το νου του, ατονώντας έτσι τις πνευματικές και ηθικές αντιστάσεις του και οδηγώντας τον στην απώλεια και την καταστροφή. Απαραίτητη προϋπόθεση για τον αγιασμό του ανθρώπου είναι η μετοχή του στην αλήθεια, σύμφωνα με τον λόγο του Χριστού: «ἁγίασον αὐτοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου· ὁ λόγος ὁ σὸς ἀλήθειά ἐστι. … ἵνα καὶ αὐτοὶ ὦσιν ἡγιασμένοι ἐν ἀληθείᾳ» (Ιωάν.17,17,19). Έτσι «ὁ τὸν λόγον μου ἀκούων καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (Ιωάν.5,24) και αντίθετα, «ὁ ἀθετῶν ἐμὲ καὶ μὴ λαμβάνων τὰ ρήματά μου, ἔχει τὸν κρίνοντα αὐτόν· … ἐκεῖνος (ο Πατήρ) κρινεῖ αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ» (Ιωάν.12,48). Όταν μετέχουμε της αλήθειας λαμβάνουμε πλούτο αδαπάνητο, όπως μας διαβεβαίωσε ο Απόστολος Παύλος: «γινώσκετε γὰρ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὅτι δι᾿ ὑμᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὤν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσητε» (Β΄Κορ.8,9).
Πού μπορούμε να βρούμε και να βιώσουμε την σώζουσα αλήθεια; Μόνο στην Εκκλησία του Χριστού, η οποία είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α΄ Τιμ. 3,15), ως το τεθεωμένο Σώμα Του και κεφαλή ο Ίδιος (Κολ.1,18) και αέναος διδάσκαλός της ο Παράκλητος το Πνεύμα της αληθείας, το Οποίο την οδηγεί «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάν16,17). Γι’ αυτό δεν μπορεί να σφάλει. Μόνον Αυτή μπορεί να είναι αλάθητη και κανένα ανθρώπινο πρόσωπο, το οποίο, όταν αυτονομηθεί από την Εκκλησία διατυπώνει δικής του εμπνεύσεως διδασκαλίες, «αιρέσεις απωλείας» (Β΄ Πέτρ.2,1) κατά τον Απόστολο Πέτρο. Και πράγματι είναι αιρέσεις απωλείας, διότι είναι σπέρματα του διαβόλου, για την ματαίωση της σωτηρίας.
Ο «Λόγος σαρξ εγένετο» (Ιωάν.1,14), για να απελευθερώσει το ανθρώπινο γένος και ολόκληρη την δημιουργία από την αιχμαλωσία του Σατανά, την δουλεία της αμαρτίας, τη φθορά και το θάνατο. Να μας δώσει ξανά τη δυνατότητα «τέκνα Θεού γενέσθαι» (Ιωάν.1,12). Να λάβουμε την χαμένη υιοθεσία από το Θεό Πατέρα μας (Γαλ.4,5). Σύμφωνα με τον άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς «ο Θεάνθρωπος Χριστός, νικήσας τον θάνατον δια της αναστάσεως, κατέλυσε «το σώμα του θανάτου» ως οντολογικήν πραγματικότητα (πρβλ. Αποκ. 20, 14. 10), ελύτρωσε το ανθρώπινον γένος εκ του θανάτου, του εχάρισε την αιωνίαν Ζωήν, την αιωνίαν Αλήθειαν, την αιωνίαν Αγάπην, την αιωνίαν Δικαιοσύνην, την αιωνίαν Χαράν και όλα τα άλλα αιώνια Θεία Αγαθά, τα οποία μόνον ο Θεός της Αγάπης και της Φιλανθρωπίας δύναται να χαρίση. Και ούτως έλυσεν όλον το πρόβλημα του ανθρώπου, ολόκληρον το παμπρόβλημα του ανθρώπου. Πράγματι, αφ’ ότου ο Θεός έγινεν άνθρωπος, εφανερώθη ως Θεάνθρωπος και δια του σώματός Του — της Εκκλησίας — παρέμεινεν ως Θεάνθρωπος εις τον επίγειον κόσμον, έγινεν Αυτός άπαξ δια παντός η υψίστη παναξία και το υπέρτατον κριτήριον του ανθρωπίνου γένους, Αυτός ο Μόνος Αληθινός Θεός και ο Μόνος Αληθινός Άνθρωπος, ο Μόνος Τέλειος Θεός και ο Μόνος Τέλειος Άνθρωπος. […] Μόνον δια του Θεανθρώπου φθάνει ο άνθρωπος εις τον υπό του Θεού τεθέντα προορισμόν του: γίνεται «Θεός κατά χάριν» και ούτω φθάνει εις την τελείαν πληρότητα της υπάρξεώς του και της προσωπικότητός του. Φθάνει εις την θείαν του αιωνιότητα δια της Θεανθρωπότητος. Ζων εν τω θεανθρωπίνω σώματι της Εκκλησίας «συν πάσι τοις αγίοις» ο άνθρωπος θεανθρωποποιείται βαθμηδόν δια των αγίων μυστηρίων και των αγίων αρετών»[1].
Αλλά ο «απ’ αρχής ανθρωποκτόνος» (Ιωάν.8,47) διάβολος, γνωρίζοντας το θείο σχέδιο της εν Χριστώ σωτηρίας μας, πασχίζει να το ματαιώσει, σπέρνοντας «ζιζάνια» (Λουκ.8,14) στον «θείο αγρό», τις πλάνες και τις αιρέσεις. Επειδή γνωρίζει ότι ο Χριστός σώζει ως Ενανθρωπήσας Θεός, επιχειρεί να Τον απο-σαρκώσει, ματαιώνοντας έτσι την δυνατότητα να μας σώζει. «Όλος ο πόλεμος του Σατανά εναντίον του Χριστού έχει ένα σκοπόν : να εκ-σαρκώση τον Θεάνθρωπον, να διώξη τον Θεόν εκ του ανθρωπίνου σώματος, εκ τη ύλης, και να κυριαρχήση επ’ αυτής παντελώς. Να δείξει δηλαδή ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός, αλλ’ ένας απλούς και αδύνατος άνθρωπος , και να αποτρέψη τοιουτοτρόπως τους ανθρώπους από την πίστιν εις τον Χριστόν, ο Οποιος μόνος είναι εις θέσιν να νικήση τον θεόν του κακου»[2]. Αυτή είναι η ουσία των αιρέσεων και αυτό το έργο επιτελούν στους αιώνες. Και γι’ αυτό, όπως προαναφέραμε η Εκκλησία έδωσε ηρωικές μάχες για να ματαιώσει την δαιμονική τους δράση. Δια των Αγίων Συνόδων και των γραφών των Αγίων και θεοφόρων Πατέρων καταδείχτηκε η σατανική τους προέλευση, οι πλάνες τους και οριοθετήθηκε επακριβώς η σώζουσα πίστη της Εκκλησίας μας.
Δυστυχώς όμως ο αρειανισμός, παρά την καταδίκη του από την Αγία Α΄ Οικουμενική Σύνοδο και τις κατοπινές Άγιες Συνόδους, δεν έσβησε και συνεχίζει στους αιώνες πασχίζοντας να απο-σαρκώσει τον Σαρκωμένο Θεό και Λυτρωτή μας Ιησού Χριστό. Ο αιρετικός δυτικός Χριστιανισμός, μετά την απόσχισή του από τον ενιαίο και αδιαίρετο κορμό της Εκκλησίας τον 11ο αιώνα, συνεχίζει να «γεννά» νέες πλάνες και να προσβάλλει την «άπαξ αποκαλυφθείση τοις αγίοις» πίστη (Ιουδ.3). Προσθέτει κακοδοξίες και αναιρεί αλήθειες, ώστε στις μέρες μας να κηρύσσεται ένας Χριστιανισμός κακόδοξος και εν πολλοίς αντίχριστος!
Ο Παπισμός και η άλλη όψη του, ο Προτεσταντισμός, με τις δεκάδες κακοδοξίες τους νοθεύουν την σώζουσα αλήθεια της Εκκλησίας, προσβάλλοντας και αυτά τα κορυφαία δόγματά της. Μεταξύ των άλλων προσβάλλουν και το Σύμβολο της Πίστεως, το οποίο συνέταξε η Αγία Α΄ Οικουμενική Σύνοδος και συμπλήρωσε η Αγία Β΄ Οικουμενική Σύνοδος, με την φρικτή αίρεση του φιλιόκβε, η οποία αλλοιώνει την περί Θεού πίστη της Εκκλησίας.
Μια από τις φοβερές ακόμη πλάνες του δυτικού Χριστιανισμού είναι και αυτή της περί «κτιστής χάριτος», η οποία ενέχει τεράστιες σωτηριολογικές συνέπειες. Επ’ αυτού παραθέτουμε ένα απόσπασμα εμπεριστατωμένου κείμενου από φυλλάδιο της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής: «Μία από τις μεγαλύτερες πλάνες του Παπισμού είναι το ότι ταυτίζει την άκτιστη ουσία του Θεού με τις άκτιστες ενέργειές Του. Και, επιπλέον, το ότι αποδίδει στον Θεό κτιστές ενέργειες. Κτιστές ενέργειες, όμως, έχουν μόνο τα κτίσματα. Ο άκτιστος Θεός έχει μόνο άκτιστες ενέργειες. Στην ορθόδοξη θεολογία γίνεται διάκριση της άκτιστης ουσίας του Θεού από τις άκτιστες ενέργειές Του. Με την ουσία, βέβαια, του Θεού, η οποία είναι εντελώς ακατάληπτη και ανέκφραστη, ο πιστός δεν μπορεί να έρθει σε κοινωνία. Επικοινωνεί, όμως, με τις θείες ενέργειές Του (θεία χάρη). Αυτές, όπως και η θεία ουσία, είναι άκτιστες και αδημιούργητες. Είναι δηλαδή κάτι άλλο από τη θεία ουσία, αλλά όχι κάτι άλλο από τη Θεότητα. Ο πιστός, με τη μετάνοια, την άσκηση, την προσευχή και τη συμμετοχή του στα Μυστήρια της Εκκλησίας, κοινωνεί με τις άκτιστες θείες ενέργειες, γίνεται “θείας κοινωνός φύσεως” (Β’ Πέτρ.1:4). Δηλαδή με τις άκτιστες θείες ενέργειες και κατά το μέτρο του πνευματικού του αγώνα καθαρίζεται η καρδιά του από τα πάθη, φωτίζεται ο νους του και αξιώνεται να “δει”, με τρόπο μυστικό και απόρρητο, τη θεία δόξα, το άκτιστο Φως. Αυτή είναι η ησυχαστική παράδοση της Εκκλησίας μας. Οι Παπικοί, αντίθετα, δεν δέχονται άκτιστες ενέργειες στον Θεό. Πιστεύουν ότι ο Θεός είναι ουσία απρόσιτη και δεν επικοινωνεί προσωπικά με τον άνθρωπο. Ενεργεί στον κόσμο όχι άμεσα αλλά μόνο έμμεσα, με κτιστές ενέργειες. Γι’ αυτούς η θεία χάρη είναι μέγεθος κτιστό, που το δημιουργεί ο Θεός για να σώσει τον άνθρωπο. Κτιστή είναι επίσης η χάρη των Μυστηρίων, όπως κτιστό ήταν και το θαβώρειο φως της Μεταμορφώσεως του Χριστού.
Η διδασκαλία αυτή έχει ολέθριες συνέπειες στη ζωή του Χριστιανού. Γιατί, αν η θεία χάρη είναι πράγματι κτιστή, ο άνθρωπος δεν μπορεί να φτάσει στον αγιασμό και τη θέωση. Κι αυτό επειδή, απλούστατα, ένα κτίσμα -κτιστή ενέργεια (χάρη)- δεν είναι δυνατό να λυτρώσει και να θεώσει άλλο κτίσμα -τον άνθρωπο. Έτσι, οι Δυτικοί δεν ομιλούν περί θεώσεως ως σκοπού της ζωής του ανθρώπου, αλλά περί ηθικής τελειώσεως- ότι οφείλουμε να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, όχι όμως θεοί κατά χάριν. Κατά συνέπειαν η Εκκλησία δεν ημπορεί να είναι κοινωνία θεώσεως, αλλά ίδρυμα παρέχον στους ανθρώπους την δικαίωση κατά ένα νομικιστικό και δικανικό τρόπο διά μέσου της κτιστής χάριτος. Σε τελική δηλαδή ανάλυση, καταλύεται η ιδία η αλήθεια της Εκκλησίας ως πραγματικότης θεανθρωπίνης κοινωνίας.
Η δυτική θεολογία, με την άρνησή της να δεχθεί άκτιστες ενέργειες στον Θεό, αποξενώθηκε από την πατερική θεολογία, με συνέπεια να οδηγηθεί και σε πολλές άλλες κακοδοξίες. Κι αυτό γιατί οι Πατέρες της Εκκλησίας, όταν θεολογούσαν, εξέφραζαν με ανθρώπινα λόγια την εμπειρία που είχαν αποκτήσει από την κοινωνία τους με τις θεουργικές ενέργειες του Αγίου Πνεύματος (εμπειρία θεώσεως)· η θεολογία τους, δηλαδή, είναι η αποκάλυψη του ίδιου του Θεού. Οι Παπικοί, όμως, επειδή δεν έχουν δυνατότητα κοινωνίας με τις άκτιστες θείες ενέργειες, θεολογούν με βάση τον ανθρώπινο στοχασμό. η θεολογία τους, δηλαδή, είναι ένα ανθρώπινο μεταφυσικό ιδεολόγημα που δεν έχει σχέση με τη θεία αλήθεια.
Η βαθιά αλλοίωση που επιφέρει στη ζωή της Εκκλησίας η θεωρία για την κτιστή χάρη, απασχόλησε έντονα την Ορθόδοξη Ανατολή σε πέντε μεγάλες Συνόδους της Κων/πόλεως (14ος αι.). Σ’ αυτές διατυπώθηκε ξεκάθαρα η ορθόδοξη εμπειρία, με κορυφαίο ομολογητή τον αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά»[3].
Ο αιρετικός Παπισμός, με την πληθώρα των πλανών του, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η αίρεση περί της κτιστής χάριτος, απέκοψε την δυτική χριστιανοσύνη από την Μια και Αδιαίρετη Εκκλησία του Χριστού, με τρομακτικές πραγματικά συνέπειες για την πορεία του δυτικού κόσμου. Πρωτίστως την απογύμνωσε από την Θεία Χάρη, η οποία λειτουργεί και καρποφορεί μόνο μέσα στην Εκκλησία και η οποία κατά τον μακαριστό Καθηγητή π. Ιωάννη Ρωμανίδη, ως φορέας των Ακτίστων Θείων Ενεργειών είναι και Αυτή άκτιστη. Έγραψε: «η Εκκλησία είναι η άκτιστη δόξα και Βασιλεία, όπου κατοικεί ο Θεός και καλούνται να κατοικήσουν μέσα σε αυτήν και οι φίλοι Του. Έτσι, η Εκκλησία είναι άκτιστη και κτιστή, η οποία όμως κτιστότητα δέχεται την άκτιστη Χάρη του Θεού. Κατ’ αρχάς, η Εκκλησία είναι η άκτιστη δόξα του Θεού. Και προ της δημιουργίας υπήρχε η Εκκλησία η άκτιστη, ως κεκρυμμένη εν Θεώ βασιλεία και δόξα, στην οποία κατοικεί ο Θεός με τον Λόγο και το Άγιον Πνεύμα. Στην περίπτωση αυτή η Εκκλησία είναι άκτιστη, δηλαδή είναι η άκτιστη δόξα του Τριαδικού Θεού, η άνω Ιερουσαλήμ, ως μητέρα πάντων ημών (Γαλ. δ’, 26). Γι’ αυτό και το πολίτευμά μας «εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλιππισίους γ΄, 20) και, επομένως, όπως η Βασιλεία του Θεού, έτσι και η Εκκλησία «ουκ εστίν εκ του κόσμον τούτου» (Ιωάννης ιη’, 36). Στην συνέχεια, δια τής ακτίστου αυτής δόξης του Τριαδικού Θεού, δημιουργήθηκε ο κόσμος, στον οποίο φανερώνεται η εν ουρανοίς άκτιστη Εκκλησία»[4].
Και συνεχίζει ο μεγάλος αυτός ορθόδοξος θεολόγος: «Η ενανθρώπιση του Χριστού φανέρωσε αυτήν την άκτιστη Εκκλησία στο τεθεωμένο Σώμα του Χριστού, το οποίο καθίσταται πηγή τής ακτίστου Χάριτος και ενεργείας του Θεού. Αυτό φαίνεται, όπως θα δούμε πιο κάτω, από το γεγονός ότι, όπως η άκτιστη Χάρη του Θεού «μερίζεται αμερίστως εν μεριστοίς» και «πολλαπλασιάζεται απολλαπλασιάστως εν πολλοίς», το ίδιο γίνεται και με το Σώμα του Χριστού στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Πάντως, όσοι ζουν μέσα στην άκτιστη Εκκλησία, που τώρα φανερώνεται τελειότερα στην σάρκα του Χριστού, αγιάζονται, μετέχοντας στην άκτιστη Χάρη του Θεού, και μεταβαίνουν στην άκτιστη Βασιλεία του Θεού, τον Παράδεισο, την ουράνια Εκκλησία, την άκτιστη δόξα της Αγίας Τριάδος. Με αυτές τις προϋποθέσεις λέμε ότι η Εκκλησία είναι η Βασιλεία του Θεού· δεν πρόκειται για μια κτιστή πραγματικότητα, αλλά για άκτιστη δόξα. Επομένως, η Εκκλησία είναι άκτιστη και κτιστή, επειδή είναι η άκτιστη δόξα και η ανθρώπινη κτιστή φύση που προσέλαβε ο Χριστός, αλλά και αυτή η κτιστή ανθρώπινη φύση, που προσέλαβε ο Χριστός και θέωσε, μετέχει τής ακτίστου Χάριτος της θείας φύσεως δυνάμει της υποστατικής ενώσεως θείας και ανθρώπινης φύσεως στην υπόστασή Του, και γίνεται και αυτή πηγή τής ακτίστου Χάριτος. Και όσοι συνδέονται με τον Χριστό γίνονται μέτοχοι της ακτίστου δόξης του Θεού και θεώνονται κατά Χάρη, οπότε γίνονται άναρχοι και άκτιστοι κατά Χάρη. Αυτό γίνεται με το Μυστήριο της Πεντηκοστής»[5].
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας υπάρχει διάκριση μεταξύ της ουσίας και των ενεργειών του Θεού και ως εκ τούτου Αυτός δεν είναι το απόκοσμο ον της δυτικής Χριστιανοσύνης, αλλά ο προσωπικός «Θεός των πατέρων ημών», αμέθεκτος ως προς την ουσία Του, μεθεκτός ως προς τις Άκτιστες Ενέργειές Του, δια των οποίων κοινωνεί με τα πλάσματά Του και εκείνα κοινωνούν με Αυτόν, αγιάζονται, σώζονται και θεώνονται. «Βάση αυτής της διάκρισης, ενώ προηγουμένως ο Θεός θεωρείτο απρόσιτος στην ουσία Του, τώρα γίνεται προσιτός διαμέσου των αιωνίων θείων ενεργειών Του. Παρότι οι θείες ενέργειες είναι αχώριστες από την θεϊκή ουσία, δύνανται να κατεβαίνουν εις τον κόσμο και να τον προσεγγίζουν, τοιουτοτρόπως όπως οι ακτίνες του ηλίου ζεσταίνουν την γη, κατά αυτόν τον τρόπο οι άκτιστες ενέργειες, μπορούν να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για τη φανέρωση και τη συνεχή κοινωνία της θεϊκής φύσεως και μετοχής με τον άνθρωπο. Μέσα από αυτό το φάσμα ο Θεός αποκαλύπτει τη μυστική δόξα Του στον κόσμο, που τώρα κατορθώνει χαρισματικά και ως δωρεά, (κατά το ουδείς άξιος), να βιώνει μυστικώς την παρουσία του Θεού, καθώς γίνεται κοινωνός της φανέρωσης της θείας φύσεως μέσα από τις άκτιστες θείες ενέργειες, οι οποίες όμως συνεχίζουν να παραμένουν αχώριστες από τους κόλπους της Αγίας Τριάδος. Διά της διακρίσεως ουσίας και ενέργειας, η αναλλοίωτος δόξα του Θεού γίνεται ορατή μέσα από τη μετοχή του πιστού στην αιώνια φωτιστική γνώση, η οποία ενεργείται διαμέσου των ιερών μυστηρίων, ή της προσκύνησης του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, των ιερών εικόνων και των τιμίων λειψάνων»[6].
Ο Θεός, με την αίρεση περί κτιστής χάριτος, νοείται ως ένα απόκοσμο ον, απόλυτα αμέθεκτο στον άνθρωπο. Οι ενέργειές Του και η χάρις Του, ως κτιστά μεγέθη, παραμένουν ξένα προς την Θεότητα και άρα, ο άνθρωπος κοινωνώντας με αυτά, ουδόλως μετέχει του Θεού. Αυτή την απουσία της μέθεξης ο σχολαστικισμός την αναπλήρωσε με την «γνώση του Θεού», διά της λογικής. Αλλά είναι δυνατόν το πεπερασμένο ανθρώπινο μυαλό να κατανοήσει τον απόλυτα απρόσιτο και αμέθεκτο Θεό; Ασφαλώς όχι! Τότε τι «κατανοεί»; Ένα είδωλό του Θεού, σύλληψη του ανθρώπινου νου. Αυτό δυστυχώς το «θεϊκό» είδωλο έβαλε στη θέση του Θεού ο δυτικός Χριστιανισμός, ένα είδωλο το οποίο δεν άργησε να «πεθάνει» και του οποίου την «ληξιαρχική πράξη» υπέγραψε η ευρωπαϊκή διανόηση, δια του Νίτσε και του Σαρτρ. Ένα θλιβερό είδωλο, το οποίο έχει απορρίψει προ πολλού ο δυτικός άνθρωπος και οδηγήθηκε στις πιο ακραίες μορφές μαχητικής αθεΐας των νεωτέρων χρόνων.
Εφόσον, για τον δυτικό Χριστιανισμό, η Θεία Χάρις είναι κτιστό μέγεθος, κτιστή είναι και η Εκκλησία. Δεν είναι εργαστήριο αγιασμού και θεώσεως, όπως συστήθηκε από τον Θείο Ιδρυτή Της, αλλά επέχει θέση εγκόσμιου οργανισμού, σωματείου, με θρησκευτικές, ηθικές και κοινωνικές, ακόμα και πολιτικές δραστηριότητες. Την απουσία της άκτιστης Θείας Χάριτος την υποκαθιστούν ανθρώπινες αυθεντίες. Χαρακτηριστική περίπτωση ο «Πάπας» στον Παπισμό, ο οποίος «ενσαρκώνει» την Εκκλησία, η οποία δεν υπάρχει χωρίς αυτόν! Στον Προτεσταντισμό την άκτιστη Θεία Χάρη υποκαθιστούν οι (αποκομμένες από την Εκκλησία) Γραφές και οι «χαρισματικοί» ηγήτορες των ομολογιών. Κι ακόμα, εφόσον την Εκκλησία «ενσαρκώνουν» ανθρώπινες αυθεντίες, ο Χριστός δεν είναι απαραίτητος και γι’ αυτό «εξορίστηκε» στον ουρανό, αντιπροσωπευόμενος από τον «Πάπα» στον Παπισμό και από τις Γραφές στον Προτεσταντισμό.
Ως κτιστό μέγεθος και «διαχειρίστρια» κτιστής χάριτος η «εκκλησία» του δυτικού Χριστιανισμού, δεν έχει, (δεν μπορεί να έχει), μυστήρια και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αγιάσει. Ειδικά στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, η κτιστή χάρις δεν μπορεί να μεταβάλλει τα κτιστά υλικά, τον άρτο και τον οίνο σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Γι’ αυτό και το κορυφαίο αυτό Μυστήριο έχει παραφθαρεί στην αιρετική Δύση, έχει εκφυλιστεί η αναγκαιότητά του και διαστραφεί η ουσία του. Στον μεν Παπισμό τα υλικά στοιχεία έχουν «εξαϋλωθεί», ο άζυμος άρτος έγινε «όστια», δηλαδή ένα μικροσκοπικό σχεδόν διαφανές «τσιπ» και ο οίνος δεν χορηγείται στους λαϊκούς και τα παιδιά, έως την ηλικία των επτά ετών, δεν μπορούν να κοινωνούν! Στους δε Προτεστάντες η Θεία Ευχαριστία δεν είναι Μυστήριο, αλλά τελετή, χωρίς μεταβολή του άρτου και οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού, νοούμενη απλά η «παρουσία» Του σε αυτά! Ανάλογες παραφθορές έγιναν και στα υπόλοιπα Μυστήρια. Χαρακτηριστική είναι η απουσία της Θείας Χάριτος από τον «αγιασμό» των Παπικών, τον οποίο συντηρούν με αλάτι για να μην βρωμίσει, με ειδική τελετή! Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το ότι τα «μυστήρια» και οι άλλες τελετουργικές πράξεις τους έχουν ένα είδος μαγικού υποβάθρου. Οι παπικοί «ιερείς» δεν επικαλούνται το Άγιο Πνεύμα, να στείλει την Άκτιστη Θεία Χάρη, να τα τελετουργήσει, αλλά τα τελούν οι ίδιοι, με τις φράσεις τους: «εγώ σε βαπτίζω», «εγώ σε χρίω», «εγώ σε συγχωρώ», κλπ! Στον Προτεσταντισμό ο κάθε πιστός ανάγει τον εαυτό του σε «ιερέα»!
Λόγω της άρνησης της Άκτιστης Χάριτος στην δυτική Χριστιανοσύνη δεν υπάρχουν άγιοι, αλλά «καλοί άνθρωποι», από άποψη ηθικής και κοινωνικής προσφοράς. Επ’ αυτού έγραψε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Εάν πράγματι η θεοποιός δωρεά του Πνεύματος στους Αγίους είναι κτιστή, και μάλιστα ως συνήθεια ή μίμησις φυσική, (όπως τριγυρίζει διδάσκοντας αυτός που μάς διαβάλλει), τότε οι Άγιοι Θεούμενοι δεν υπερβαίνουν τη φύση· ούτε γεννώνται από τον Θεό, ούτε είναι πνεύμα ως γεννημένοι από Πνεύμα, ούτε είναι ένα πνεύμα μαζί με τον Κύριο ως ενωμένοι σ’ Αυτόν· ούτε μόνο στους πιστεύοντες στο όνομά Του έδωσε ο Χριστός εξουσία να γίνουν τέκνα Θεού με την ενανθρώπισή Του (Βλέπε Ιω. 1: 12 ε. 3: 6. Α’ Κορινθίους 6: 17). Επειδή και πριν από την ενανθρώπησή Του υπήρχε αυτό σε όλα τα έθνη, (αν τουλάχιστον υπάρχει μέσα σ’ εμάς με φυσικό τρόπο), και επίσης σε όλους τους τωρινούς δυσσεβείς και ασεβείς»[7]. Είναι άλλωστε γνωστά τα κριτήρια με τα οποία «αγιοποιεί» ο Παπισμός, πρόσωπα που διακρίθηκαν κυρίως για την ηθικότητά τους και την κοινωνική τους προσφορά, ενώ δεν διστάζει να «αγιοποιήσει» ακόμα και εγκληματίες, (βλ. Α. Στέπινατς), με κριτήριο τις υπηρεσίες τους στον παπικό θεσμό. Επίσης δεν υπάρχουν ιερά λείψανα, όπως και θαύματα, τα οποία είναι αποτέλεσμα της άκτιστης Θείας Χάριτος και δεν μπορεί να επιτελέσει η κτιστή χάρις. ο Γεννάδιος Σχολάριος γράφει ότι «οι δε της Εκκλησίας αποστάντες, ουκ έτι έσχον την Χάριν του Αγίου Πνεύματος αφ’ εαυτούς· επέλιπε γαρ η μετάδοσις τω διακοπήναι την ακολουθίαν»[8].
Η απουσία της Άκτιστης Θείας Χάριτος στην παπική «εκκλησία» οδήγησε και οδηγεί τον Παπισμό από ηθική πτώση σε πτώση. Η χιλιόχρονη ιστορία του δεν είναι τίποτε άλλο από ένα ατέλειωτο θέατρο ανηθικότητας και εγκλημάτων. Αποκορύφωμα αυτού οι χιλιάδες περιπτώσεις παιδεραστίας και παιδοφθορίας ανεξακρίβωτου αριθμού αθώων παιδιών, τα πιο πολλά ανάπηρα, από χιλιάδες διεφθαρμένους εγκληματίες φραγκοπαπάδες, όλων των βαθμών! Είναι και αυτή μια τρανταχτή απόδειξη ότι ο Παπισμός και γενικά ο δυτικός Χριστιανισμός, απογυμνωμένος από την Θεία Χάρη, δεν παρέχει τη δύναμη στους πιστούς του, να υπερβούν τα πάθη τους και να φτάσουν στον «καινό εν Χριστώ άνθρωπο». Χωρίς την Θεία Χάρη ο άνθρωπος αδυνατεί αφ’ εαυτού να πραγματοποιήσει αυτόν τον υψηλό στόχο. Αυτό εννοούσε ο Κύριος όταν είπε: «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ιωάν.15,5). Όπως επίσης είχε γράψει ο μακαριστός καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους κυρός Γ. Καψάνης: «Παρεκκλίσεις δε εις την πίστιν δεν αλλοιώνουν την θεολογίαν μόνον της Εκκλησίας, αλλά διαστρέφουν και αυτήν την πνευματικήν και εκκλησιαστικήν ζωήν και δι’ αυτό θέτουν εις άμεσον κίνδυνον την σωτηρίαν του ανθρώπου. Πίστις και ζωή περιχωρούνται και δι’ αυτό, όταν η πίστις διαστραφή και η ζωή δεν θα μείνη ανεπηρέαστος»[9].
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι οι «εκκλησίες» του δυτικού Χριστιανισμού δεν είναι Εκκλησίες! Η Εκκλησία είναι μία και αδιαίρετη, αυτή που διατηρεί ανόθευτη την «άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις» πίστη (Ιουδ.3), χωρίς προσθαφαιρέσεις και αλλοιώσεις και Αυτή είναι αποδεδειγμένα η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία μας. Είναι η αληθινή και μοναδική Εκκλησία του Χριστού, διότι, παρέμεινε και παραμένει είναι απόλυτα πιστή στην αγιογραφική, αγιοσυνοδική και αγιοπατερική παράδοση, και υπάρχει στον κόσμο να σώζει, να αγιάζει και να θεώνει τα ανθρώπινα πρόσωπα. Λειτουργεί ως πνευματικό θεραπευτήριο, με Μέγα Ιατρό το Χριστό και πνευματικό φάρμακο την Άκτιστη Θεία Χάρη, η οποία, σε συνδυασμό με την αλήθεια και την ελεύθερη βούληση των πιστών, θεραπεύει, δια των Ιερών Μυστηρίων. Κατά τον αείμνηστο Καθηγητή π. Ιωάννη Ρωμανίδη: «θεραπευτικός είναι ο ρόλος τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, μέ τήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση»[10]. Οι υπόλοιπες δραστηριότητές της, ηθικοπαιδαγωγικές, κοινωνικές, μορφωτικές, κλπ, είναι δευτερευούσης σημασίας.
Πριν από λίγο καιρό Βατικανό και Φανάρι συμφώνησαν να θεσπίσουν κοινό εορτασμό του Πάσχα, αλλά και να συνεορτάσουν τα 1700 χρόνια από την συγκρότηση της Αγίας Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Διερωτόμαστε όμως, πώς μπορούμε να τιμήσουμε την μεγάλη αυτή Σύνοδο, η οποία συγκροτήθηκε για να οριοθετήσει την σώζουσα αλήθεια της Εκκλησίας, με τους αιρετικούς δυτικούς, οι οποίοι απομακρύνθηκαν παρασάγγας από την γνήσια πίστη της; Πως θα μπορέσουμε να συνεορτάσουμε με τον αιρετικό Παπισμό το μεγάλο αυτό γεγονός, όταν αλλοίωσε το Σύμβολο της Πίστεως, που θέσπισε η Μεγάλη Αυτή Σύνοδος, με την προσθήκη του φιλιόκβε; Πως θα συνεορτάσουμε με τον δυτικό Χριστιανισμό το σημαντικό αυτό γεγονός, όταν αυτός σμίκρυνε το Χριστό και εν πολλοίς Τον εξοβέλισε από τη γη στον Ουρανό, παίρνοντάς Του τη θέση ο «Πάπας», γινόμενος «αντιπρόσωπός» Του; Πως είναι δυνατόν να Τον τιμήσουμε, μέσω του «αντιπροσώπου» Του, στην ουσία του εξοβελιστή Του, δεχόμενοι έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, την απουσία Του στη γη, παρά το γεγονός ότι μας διαβεβαίωσε ότι «ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ.28,20); Πώς μπορούμε να συνεορτάσουμε την επέτειο της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου με νεο-αρειανούς, όταν Αυτή καταδίκασε τον αρχηγέτη της φοβερής αυτής αιρέσεως Άρειο και καταδικάζει εσαεί τους ακολούθους του και εν προκειμένω τους νεο-αρειανούς αιρετικούς δυτικούς; Αλλά ο Θεός μας φανέρωσε περίτρανα την αντίθεσή Του σε αυτόν τον ανίερο συνεορτασμό, με τον θάνατο του «Πάπα» Φραγκίσκου και ίσως μας φανερώσει και δι’ άλλων σημείων την αντίθεσή Του!
Περαίνοντας την ανακοίνωσή μας, επισημαίνουμε για πολλοστή φορά την τραγωδία του δυτικού ανθρώπου, να είναι εγκλωβισμένος στην δίνη του παραφθαρμένου Χριστιανισμού, ο οποίος όχι μόνον δεν έχει να προσφέρει κάτι θετικό στον σύγχρονο κόσμο, αλλά μάλλον λειτουργεί ανασταλτικά στην πνευματική πορεία της ανθρωπότητας, οδηγώντας την από πτώση σε πτώση. Η πληθώρα των κακοδοξιών του Παπισμού και του Προτεσταντισμού έχουν ολέθρια αποτελέσματα, για την καθόλου κατάσταση. Εν προκειμένω, η παπική κακοδοξία περί κτιστής χάριτος, απογύμνωσε τους οπαδούς των θρησκευτικών κοινοτήτων της Δύσεως από την ζωογόνο δύναμη της Άκτιστης Χάριτος, ώστε να μην μπορεί να νικήσει τις αντίθεες δυνάμεις του κακού και να έχουν μεταβληθεί οι δυτικές κοινωνίες σε επί γης κολαστήρια!
Αλλά επισημαίνουμε και μια άλλη (εν τη γενέσει της) τραγωδία στην καθ’ ημάς Ορθόδοξη Ανατολή. Εκκλησιαστικοί παράγοντες, αφιονισμένοι από το αφιόνι του οικουμενιστικού συγκρητισμού, αρνούνται να δουν, υπό το πρίσμα της ορθοδόξου παραδόσεως, την κατεδαφιστική δράση των κακοδοξιών του δυτικού Χριστιανισμού, θεωρώντας τες απλά, ως «διαφορετικές παραδόσεις» και προχωρώντας με γοργά βήματα στην «ένωση των εκκλησιών», χωρίς τη μετάνοια των αιρετικών. Στους ατέρμονους και ανιαρούς πια, θεολογικούς διαλόγους, πασχίζουν ορθόδοξοι και αιρετικοί να «ορθοδοξοποιήσουν» τις αιρέσεις τους, να «κατανοήσουν» οι μεν τους δε και να βρουν «σημεία συμφωνίας», ώστε να γίνει η «ένωση» σε μινιμαλιστικό ή έστω μαξιμαλιστικό επίπεδο. Αλλά, μια τέτοια «ένωση» δεν θα είναι πραγματική ένωση, αλλά συγκόλληση – συγκερασμός αλήθειας και ψεύδους, απόλυτα ασύμβατη με την ίδια την φύση της Εκκλησίας και την ορθόδοξη αγιοπατερική παράδοσή μας. Διερωτόμαστε ακόμα: γιατί δεν τέθηκε ως τώρα για συζήτηση και η παπική αίρεση περί κτιστής χάριτος; Οι δικοί μας συμμετέχοντες στο θεολογικό διάλογο, δεν την θεωρούν αίρεση; Αναιρούν μήπως την πολυμερή συνοδική καταδίκη της; Οδεύουμε για «ένωση» και με αυτή την φοβερή αίρεση;
Έχουμε όμως την ακλόνητη πεποίθηση πως όσες «ενώσεις» και αν γίνουν, χωρίς τις προϋποθέσεις που θέτει η Μία και Αδιαίρετη Εκκλησία του Χριστού, θα έχουν την τύχη των «ενώσεων» του παρελθόντος, θα καταλήξουν σε οικτρή αποτυχία! Αυτή την τύχη θα έχει και η ενδεχόμενη «ένωση» με τις «εκκλησίες» του δυτικού νεο-αρειανικού Χριστιανισμού!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών
[1] https://www.impantokratoros.gr/anthropos-theanthropos.el.aspx
[2] Ιουστίνου Πόποβιτς Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, Αθήναι 1970,σελ.134
[3] https://www.impantokratoros.gr/papismos-xteskaisimera.el.aspx
[4] https://www.oodegr.com/oode/orthod/genika/aktisth_ktisth_1.htm
[5] Όπου ανωτέρω
[6] π. Δ. Λαζαρίδη https://www.romfea.gr/pneumatika/68457-i-akataliptos-ousia-tou-theoy-kai-i-gnosis-ton-akiraton-theion-energeion
[7] https://amethystosbooks.blogspot.com/
[8]https://fdathanasiou.wordpress.com/2017/05/02/%CF%80%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%85-%CE%BA%CE%B1%CE%BA%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CE%BE%CE%B9%CE%B5%CF%83/ και ΕΠΕ τ. 3
[9] Απόσπασμα από το βιβλίο «Ορθοδοξία και Παπισμός», ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ 1978)
[10] https://orthodoxia.info/news/%CF%80-%CE%B3%CE%B5%CF%8E%CF%81%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CF%8C%CF%82-%CF%84%CF%8C-%CE%BB%CE%B9%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%AC%CF%81%CE%B9-%CF%84/