ΚΟΙΜΗΘΗΚΕ Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΣΕΡΒΙΑΣ ΚΥΡΟΣ ΠΑΥΛΟΣ

Κοιμήθηκε τὴν Κυριακὴ 15 Νοεμβρίου ὁ Μακαριστὸς Πατριάρχης Σερβίας κυρὸς Παῦλος, στὰ 95 του χρόνια καὶ μετὰ ἀπὸ μακροχρόνια ἀσθένεια.
Σὲ τριήμερο πένθος ἀπὸ τὴ Δευτέρα 16 Νοεμβρίου κήρυξε ἡ κυβέρνηση τῆς Σερβίας τὴ χώρα μετὰ τὴν ἐκδημία τοῦ Μακαριστοῦ Πατριάρχου τους. Ἡ σορὸς ἐκτέθηκε στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἀρχάγγελου Μιχαὴλ στὸ Βελιγράδι.
Ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμος, πληροφορηθεὶς τὴν ἐκδημία τοῦ μακαριστοῦ Πατριάρχου Σερβίας κυροῦ Παύλου, τέλεσε τρισάγιο ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς του. Ἡ δὲ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπέστειλε συλλυπητήριο τηλεγράφημα πρὸς τὸν Τοποτηρητὴ τοῦ Πατριαρχείου τῆς Σερβίας.
Ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία τελέσθηκε τὴν Πέμπτη 19 Νοεμβρίου, στὸ Βελιγράδι, ἀπὸ τὸν Παναγιώτατο Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο. Τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐκπροσώπησαν οἱ Σεβασμιώτατοι Συνοδικοὶ Μητροπολίτες Ἐλασσῶνος κ. Βασίλειος καὶ Δημητριάδος καὶ Ἁλμυροῦ κ. Ἰγνάτιος συνοδευόμενοι ἀπὸ τὸν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη Ἱερώνυμο Κάρμα.
Ὁ Μακαριστὸς Πατριάρχης Σερβίας Παῦλος, κατὰ κόσμον Γκόικο Στόιτσεβιτς, γεννήθηκε στὶς 11 Σεπτεμβρίου 1914 στὸ χωριὸ Κούτσαντσι τῆς Σλαβονίας. Ἔμεινε ὀρφανὸς σὲ μικρὴ ἡλικία. Σπούδασε στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Βελιγραδίου. Μετὰ τὸ Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πῆγε ξανὰ στὸ Βελιγράδι, ὡς πρόσφυγας, καὶ ἐργάστηκε σὲ διάφορες δουλειὲς γιὰ νὰ ἐπιβιώσει. Τὸ 1948 ἐκάρη μοναχὸς καὶ μέχρι τὸ 1955 ἀνῆκε στὴ Μονὴ Ράτσια. Τὸ 1954 χειροτονήθηκε ἱερομόναχος καὶ τὸ 1957 χειροθετήθηκε ἀρχιμανδρίτης. Ἀπὸ τὸ 1955 ὣς τὸ 1957 ἔκανε μεταπτυχιακὲς σπουδὲς στὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν. Ἐπιστρέφοντας στὴν πατρίδα του, ἐξελέγη ἐπίσκοπος Ράσκας καὶ Πρίζρεν, στὸ Κόσσοβο. Ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος Πεκίου, Μητροπολίτης Βελιγραδίου καὶ Κάρλοβτσι καὶ Πατριάρχης Σερβίας τὴν 1η Δεκεμβρίου 1990 μὲ τὸν ἀποστολικὸ τρόπο, δηλαδὴ μὲ κλήρωση ἀπὸ ἐκλεγὲν τριπρόσωπο. Ἀναφέρεται ὅτι εἶναι ἴσως ὁ μοναδικὸς τῶν Μητροπολιτῶν ὁ ὁποῖος δὲν ἐπιθυμοῦσε νὰ ἐκλεγεῖ Πατριάρχης. Ὁ Μακαριστὸς ἀνέλαβε ὡς ἐπικεφαλῆς τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας λίγο πρὶν τὴν αἱματηρὴ κατάρρευση τῆς πρώην Γιουγκοσλαβικῆς Ὁμοσπονδίας, ἀλλὰ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀνέκτησε μεγάλη ἐπιρροὴ στὸν πληθυσμὸ τὴν περίοδο ποὺ ἄσκησε τὰ καθήκοντά του. Ἐπρόκειτο γιὰ μία ἀσκητικὴ μορφή. Ἐξίσου ἀσκητικὴ ἦταν καὶ ἡ ζωή του. Κατάφερε νὰ ποιμάνει τοὺς Σέρβους σὲ μία ἐποχὴ δύσκολη, μετὰ τὴ διάλυση τῆς Γιουγκοσλαβίας καὶ νὰ γίνει σύμβολο ἑνότητας τοῦ σερβικοῦ λαοῦ ἐν μέσῳ τῶν πολέμων ποὺ ἀκολούθησαν. Τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 2008 ζήτησε νὰ παραιτηθεῖ ἀπὸ τὸ Θρόνο, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἔγινε δεκτὸ ἀπὸ τὴ Σύνοδο τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.