ΑΓΩΝΙΩΔΕΙΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΔΙΚΑΙΩΣΕΩΣ ΜΙΑ ΑΤΥΧΟΥΣ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΕΩΣ (Σχόλιο σε δημοσίευμα κληρικού αναφερόμενο σε πρόσφατη αγιοκατάταξη)

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 22α Απριλίου 2024.

 

ΑΓΩΝΙΩΔΕΙΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΔΙΚΑΙΩΣΕΩΣ ΜΙΑ ΑΤΥΧΟΥΣ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΕΩΣ

(Σχόλιο σε δημοσίευμα κληρικού αναφερόμενο σε πρόσφατη αγιοκατάταξη)

 

Σε μια σχετικά πρόσφατη ανακοίνωσή μας με τίτλο: «Ορισμένα ακόμη στοιχεία γύρω από την ταυτότητα των αγίων και τις αγιοκατατάξεις», (6.11.2023), θεωρήσαμε αναγκαίο να τονίσουμε, ότι ο ηθικισμός δεν αποτελεί τεκμήριο αγιότητος στην Ορθόδοξη πίστη μας. Και ότι δυστυχώς στις τραγικές και εσχατολογικές ημέρες μας, όπου κυριαρχεί το δαιμονικό πνεύμα της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, παρατηρείται το θλιβερό φαινόμενο, να παραθεωρείται όλο και περισσότερο η περί αγιότητος διδασκαλία των αγίων Πατέρων μας, όπως και οι απαραίτητες προϋποθέσεις, που απαιτούνται για την αγιοκατάταξη πιστών. Τονίσαμε ακόμη ότι με πολλή λύπη διαπιστώνουμε τις τελευταίες δεκαετίες να υιοθετούνται άλλα κριτήρια αγιοκατατάξεως, δανεισμένα συνήθως από τον Παπισμό με κυρίαρχο αυτό του ηθικισμού, ή της ποικίλης φιλανθρωπικής και κοινωνικής δράσης. Είχαμε πάρει αφορμή από μια πρόσφατη αγιοκατάταξη, αυτή της μακαριστής μοναχής Γαβριηλίας Παπαγιάννη, η οποία προκάλεσε πολλά ερωτηματικά και επιφυλάξεις, εάν πράγματι πληρούνται οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια αγιοκατατάξεώς της εξ’ απόψεως ορθοδόξου διδασκαλίας.

Σε άλλη ανακοίνωσή μας με τίτλο: «Η Ορθόδοξη και η κακόδοξη αντίληψη περί της αγιότητος», (23.10.2023), θεωρήσαμε αναγκαίο να παραθέσουμε συνοπτικά την Ορθόδοξη διδασκαλία περί της αγιότητος και να παρουσιάσουμε τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την αγιοκατάταξη πιστών με βάση τη διδασκαλία μεγάλων αγίων και κορυφαίων Ορθοδόξων θεολόγων της Εκκλησίας μας. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήξαμε, με βάση τις εν λόγω προϋποθέσεις και τις υπάρχουσες μαρτυρίες από τη ζωή της μακαριστής, είναι ότι δυστυχώς το πρόσωπο αυτό όχι μόνο ως αγία δεν μπορεί να θεωρηθεί, αλλά επί πλέον  υπάρχει μια πληθώρα στοιχείων, που μαρτυρούν ότι υπήρξε ένα πρόσωπο διαβρωμένο από οικουμενιστικές θέσεις.

Τις εν λόγω διαπιστώσεις μας ήρθε να επιβεβαιώσει μια ωραιότατη και άριστη μελέτη, αυτή της κ. Ευαγγελίας Παπανικολάου, (Δρος Θεολογίας), με τίτλο: «Ποια ήταν η Γερόντισσα Γαβριηλία; Και ποιον εξυπηρετεί η αγιοκατάταξή της; Η Γερόντισσα Γαβριηλία μέσα από ηχητικά ντοκουμέντα όπου μιλάει η ίδια», με τα ηχητικά ντοκουμέντα, (τα οποία μπορεί ο αναγνώστης να ακούσει στο σύνολό τους και όχι μόνο τα αποσπάσματά τους), τα οποία παραθέτει. Όπως αναφέρει, ο στόχος της μελέτης της ήταν να διαπιστώσει «από την ίδια, αν είναι έτσι όπως την παρουσιάζουν τα 2 βιβλία, [«Ασκητική της αγάπης» και «Η Γερόντισσα της χαράς»]. Έχει όντως περιπέσει σε πλάνες, ή έτσι την περιέγραψαν οι δύο συγγραφείς; Μήπως περιέγραψαν τη γερόντισσα όπως θα ήθελαν οι ίδιες να είναι και αδικούν το πρόσωπό της; Μήπως τελικά της αποδίδουν πράγματα που δεν ισχύουν;».

Μετά από μερικές ημέρες με έκπληξη και απορία είδαμε στο διαδίκτυο νέο δημοσίευμα με τίτλο: «Απαντώντας σε ενστάσεις για την Αγιοκατάταξη της Γερόντισσας Γαβριηλίας», με συγγραφέα τον πρωτ. π. Δημήτριο Αθανασίου, (χημικό). Στο εν λόγω δημοσίευμα ο π. Δημήτριος δυστυχώς κάνει αγωνιώδεις προσπάθειες να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Προσπαθεί να ανατρέψει τα ακαταμάχητα ηχητικά ντοκουμέντα, (τα οποία, επειδή μιλούν από μόνα τους, αποστομώνουν και ανατρέπουν κάθε τυχόν αντίρρηση) και να παρουσιάσει τη μακαριστή ως αγία. Με στόμφο, με προτάσεις με πολλά ερωτηματικά και θαυμαστικά και με ρητορικές κορώνες, φορτισμένες με λεπτή ειρωνεία, επιχειρεί να παρουσιάσει το άσπρο μαύρο.

Θα προσπαθήσουμε στη συνέχεια με πολλή συντομία να απαντήσουμε στα επιχειρήματά του, πρώτον μεν διότι αποτελούν ταυτόχρονα επιχειρήματα και πολλών άλλων, που πεισματικά επιμένουν να θεωρούν τη μακαριστή ως αγία. Και δεύτερον με την ελπίδα να βοηθήσουμε τον κατά τα άλλα αγαπητό εν Χριστώ αδελφό, (με τον οποίο δεν έχουμε τίποτε προσωπικά), ώστε να συνειδητοποιήσει κάποιες αλήθειες και να αναθεωρήσει κάποιες εσφαλμένες πεποιθήσεις του, που αφορούν την υποτιθέμενη αγιότητα της μακαριστής. Διότι αν η αγιομαχία αποτελεί σοβαρότατο αμάρτημα, όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο π. Δημήτριος, τότε δεν πρέπει να μας διαφεύγει, ότι εξ’ ίσου μεγάλο αμάρτημα αποτελεί το να τιμηθεί ως αγία ένα πρόσωπο που δεν ήταν αγία και να προβληθεί ως παράδειγμα προς μίμηση, παραπλανώντας έτσι τον πιστό λαό του Θεού. Το αμάρτημα αυτό γίνεται ακόμη πιο μεγάλο, όταν προβάλλεται προς μίμηση ένα πρόσωπο, που όχι μόνον ως αγία δεν μπορεί να θεωρηθεί, αλλ’ ως ένα πρόσωπο βαθιά  διαβρωμένο από οικουμενιστικές θέσεις, όπως επιβεβαιώνουν, (συν τοις άλλοις), και τα περί ων ο λόγος ηχητικά ντοκουμέντα.

Εισαγωγικά επίσης, (και πριν προχωρήσουμε στα επί μέρους), θεωρούμε απαραίτητο να τονίσουμε, ότι πολύ σωστά ο π. Δημήτριος αναφέρει ότι «οι άγιοι δεν ήταν αλάθητοι και ότι αλάθητος είναι μόνον ο Θεός». Αν λοιπόν οι άγιοι δεν ήταν αλάθητοι και αλάθητος είναι μόνον ο Θεός, τότε πολύ περισσότερο δεν ήταν αλάθητα και τα αρμόδια πρόσωπα, που ενέκριναν την αγιοκατάταξη της μακαριστής. Εκτός αν πιστεύουν, τόσον ο π. Δημήτριος, όσον και ομόφρονες του, ότι στην Ορθοδοξία υφίσταται το αλάθητο του «Πάπα». Ας μη λησμονούν επίσης, πόσο βαρύτατα αμαρτάνουν ενώπιον του Θεού, όταν γίνονται συνεργοί σε μια εσφαλμένη αγιοκατάταξη.

Ως πρώτη απάντηση στα γραφόμενα του π. Δημητρίου θεωρούμε αναγκαίο να παραθέσουμε, τα όσα δύο κορυφαίοι εγνωσμένου κύρους και πανορθοδόξου βεληνεκούς ορθόδοξοι θεολόγοι της εποχής μας, οι μακαριστοί πρωτ. κυρός Ιωάννης Ρωμανίδης και πρωτ. κυρός Γεώργιος Μεταλληνός είπαν και έγραψαν γύρω από τις προϋποθέσεις, που απαιτούνται για την αγιοκατάταξη πιστών. Παρακαλούμε τον αγαπητό π. Δημήτριο να καθίσει και με πολλή προσοχή να τις μελετήσει, διότι πολύ θα τον βοηθήσουν. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι τα όσα επισημαίνουν οι δύο μακαριστοί καθηγητές, από μόνα τους είναι υπεραρκετά για να κονιορτοποιήσουν κάθε αντίρρηση και να ανατρέψουν κάθε αντίθετο επιχείρημα, χωρίς να χρειάζεται εμείς να προσθέσουμε τίποτε περισσότερο.

Ας δούμε πρώτα, τι λέει ο μακαριστός πρωτ. κυρός Ιωάννης Ρωμανίδης: «Άγιοι λέγονται όλοι όσοι, κατά διαφόρους βαθμούς, μετέχουν της αγιοποιού-θεοποιού ενεργείας του Θεού. Στην κατηγορία των Αγίων συγκαταλέγονται οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Πατέρες και όλοι οι δια μέσου των αιώνων φίλοι του Χριστού, όσοι μετέχουν της φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού, μεταξύ τών οποίων οι μάρτυρες, οι όσιοι ασκητές, κληρικοί και λαϊκοί, άνδρες και γυναίκες, νέοι και ηλικιωμένοι»[1]. Σε άλλο σημείο προσθέτει: «Η αγιότητα δεν έχει μια ουμανιστική και ηθικολογική έννοια, αλλά θεολογική. Άγιοι είναι όσοι θεραπεύθηκαν πνευματικά, δηλαδή όσοι, αφού η καρδιά τους καθαρίσθηκε, έφθασαν στον φωτισμό του νου και την θέωση. Αυτοί είναι τα πραγματικά -ενεργεία- μέλη του Σώματος του Χριστού. Υπάρχει η αντίληψη σήμερα ότι αν είναι κανείς καλός άνθρωπος, νομοταγής κλπ., τότε είναι καλός Χριστιανός, υποψήφιος άγιος. Οπότε, όλες οι γιαγιάδες μας και οι παππούδες μας είναι υποψήφιοι Άγιοι. Αυτά, βέβαια, με τα κριτήρια των ηθικολόγων….Στην πατερική θεολογία όμως υπάρχει άλλη αντίληψη. Όποιος θεραπευθή, αυτός ο θεραπευμένος είναι άγιος. Διότι άγιος στην πατερική παράδοση σημαίνει ένας θεραπευμένος άνθρωπος και τίποτε άλλο»[2].

Ας δούμε τώρα τι λέει και ο  μακαριστός πρωτ. κυρός Γεώργιος Μεταλληνός. Ο μεγάλος αυτός θεολόγος τόνιζε ότι για την αγιοκατάταξη πρέπει να συντρέχουν απαραίτητα οι εξής έξι προϋποθέσεις: α) η εκπεφρασμένη και αποδεδειγμένη ακραιφνής ορθόδοξη πίστη του προς αγιοκατάταξη προσώπου, χωρίς την παραμικρή απόκλιση και σκιά, β) η αποδεδειγμένη χάρη της θαυματουργίας, εν ζωή και μετά την κοίμησή του, μακριά από υποκειμενισμούς και αόριστες φημολογίες, γ) η μετά την κοίμησή του αφθαρσία, ή ευωδία, ή μυροβλυσία των λειψάνων του, δ) η φανέρωση διά θαυμαστών αποκαλύψεων της αγιότητάς του σε ευσεβείς και ενάρετους ανθρώπους, ε) η απόλυτα βεβαιωμένη αγία και ενάρετη ζωή του από το εκκλησιαστικό σώμα και στ) η παρέλευση αρκετού χρόνου, ακόμη και εκατό, για αγιοκατάταξη, από την κοίμησή του, ώστε να μην υπάρχουν στη ζωή, συνδεόμενα συναισθηματικά με αυτόν πρόσωπα. Να σημειώσουμε εδώ ότι τα παραπάνω δεν τα ακούσαμε από τρίτους, αλλ’ απ’ ευθείας από τον ίδιο τον μακαριστό π. Γεώργιο, (ως αυτήκοοι μάρτυρες), κατά την μακροχρόνια συνεργασία που είχαμε μαζί του και τα καταθέτουμε στο εκκλησιαστικό πλήρωμα ως πολύτιμη παρακαταθήκη και ως οδηγό πλεύσεως στην Εκκλησία. Επίσης μόλις είναι ανάγκη να τονίσουμε με έμφαση, ότι και αυτοί ακόμη οι φανατικοί οπαδοί της μακαριστής αναγκάζονται να ομολογήσουν και να παραδεχθούν, ότι ούτε θαύματα μαρτυρούνται, (εν ζωή, ή μετά θάνατον), στην περίπτωσή της, ούτε ευωδία, ή μυροβλυσία των λειψάνων της.

Στο σημείο αυτό θα έπρεπε να κλείσουμε το άρθρο μας, διότι τα όσα παραπάνω παραθέσαμε από μόνα τους είναι ικανά να συντρίψουν κάθε αντιλογία, να κονιορτοποιήσουν κάθε αντίθετο επιχείρημα και να πείσουν κάθε καλοπροαίρετο μέλος της Εκκλησίας. Όταν μιλάει ο ουρανός, τότε οι άνθρωποι θα πρέπει να σιγούν. Όταν ο ουρανός δεν συμμαρτυρεί με θαύματα, ή με ευωδία, τότε είναι ανώφελες και περιττές, όσες προσπάθειες και αν κάνουμε με επιχειρήματα, για να πείσουμε περί του αντιθέτου. Όταν ο ουρανός δεν συμμαρτυρεί και εμείς επιμένουμε πεισματωδώς να στήσουμε το δικό μας θέλημα, τότε καταντούμε θεομάχοι. Αν η αγιομαχία είναι μεγάλο αμάρτημα, τότε πόσο μεγάλο αμάρτημα είναι η θεομαχία; Επειδή όμως είναι δυνατόν μερικοί άμοιροι θεολογικής παιδείας, να παρασυρθούν από τα γραφόμενα του π. Δημητρίου, κρίναμε σκόπιμο να μπούμε στον κόπο και να σχολιάσουμε εν ολίγοις ορισμένα μόνον από τα γραφόμενά του, αφού όλα λεπτομερώς, λόγω ελλείψεως χρόνου είναι αδύνατον να σχολιάσουμε.

Γράφει: «Η ζωή των Αγίων είναι μια πορεία πνευματικής αναζήτησης, μετανοίας και προσφοράς». Η ζωή των αγίων δεν είναι απλώς και μόνον «μια πορεία πνευματικής αναζήτησης, μετανοίας και προσφοράς». Προ πάντων και κυρίως είναι μια πορεία προς τον φωτισμό και τη θέωση, αφού προηγηθεί η κάθαρση της ψυχής από τα πάθη. Οι Άγιοι είναι εκείνοι οι οποίοι, αφού προηγουμένως ενέκρωσαν τον παλαιόν άνθρωπο διά μέσου εμπόνου μετανοίας και της εν γένει της ασκητικής θεραπευτικής αγωγής που υποδεικνύει η Εκκλησία, έφθασαν στη συνέχεια στον φωτισμό και τη θέωση και αξιώθηκαν υπερφυσικών χαρισμάτων. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό ως αγίους θεωρούμε όχι απλώς πρόσωπα που διακρίθηκαν για τα έργα της αγάπης, για την ηθική τους ζωή, ή για την ποιμαντική, ή την φιλανθρωπική τους δράση, (όσο μεγάλη και αν ήταν αυτή), αλλά «τους ενωθέντας Θεώ κατά προαίρεσιν και τούτον δεξαμένους ένοικον και τη τούτου μεθέξει γεγονότας Χάριτι, όπερ αυτός εστί φύσει».[3] Δηλαδή άγιοι είναι όσοι ενώθηκαν με τον Θεό σύμφωνα με την προαίρεσή τους, την ελεύθερη βούλησή τους και τον δέχθηκαν να κατοικήσει μέσα τους και έγιναν με την μέθεξή του κατά Χάριν, αυτό που ο ίδιος ο Θεός είναι από τη φύση του.

Οι Άγιοι δεν είναι εκείνοι οι οποίοι απλώς αναζητούσαν εφ’ όρου ζωής, αλλά εκείνοι οι οποίοι αφού προηγουμένως «αναζήτησαν» εμπόνως, βρήκαν τελικά την Χάρη του Θεού και την έκαναν μόνιμο κτήμα τους. Είναι εκείνοι οι οποίοι αξιώθηκαν στη συνέχεια να γίνουν σκεύη εκλογής και να δεχθούν την κλήση στην οποία τους κάλεσε ο Θεός, ώστε να καταστούν ποιμένες και διδάσκαλοι του πιστού λαού του Θεού. Δεν ήταν αυτόκλητοι, αλλά θεόκλητοι. Το ότι έκαναν λάθη, αυτό καθόλου δεν μειώνει την αγιότητά τους, ούτε ακυρώνει την ποιμαντική τους αποστολή, στην οποία τους κάλεσε ο Θεός, για να γίνουν οδηγοί του λαού. Γι’ αυτό άλλωστε η Εκκλησία τους τιμά την ημέρα της μνήμης των, τους προβάλλει ως πρότυπα προς μίμηση και καλεί όλους μας να γίνουμε «επόμενοι τοις αγίοις πατράσι». 

Ας έρθουμε τώρα να δούμε επί τροχάδην τις απαντήσεις που δίδει ο π. Δημήτριος στις υποτιθέμενες ενστάσεις της κ. Παπανικολάου. Γράφει: «Στο 0,52ο λεπτό, παραδέχεται (η γερόντισσα) ότι κάποτε διηύθυνε ένα σχολείο της προτεσταντικής αιρετικής κίνησης των Κουακέρων στη Θεσσαλονίκη. Πώς κατείχε την τόσο νευραλγική θέση της διευθύντριας ενός σχολείου αυτής της αίρεσης; Μπορεί κάποιος να πιστέψει ότι οι απόψεις της δεν ταυτίζονταν πλήρως με αυτές των Κουακέρων, για να κατέχει αυτή τη θέση; Απάνηση: Στον βίο της γερόντισσας,  στην σελίδα 33  του βιβλίου ‘Ασκητική της Αγάπης’ γράφονται τα εξής: ‘Η  Αυρηλία  το 1945 επιστρέφει στην Ελλάδα από την Αγγλία που είχε εγκλωβιστεί στα χρόνια του πολέμου μαζί με τους Κουάκερους οι οποίοι σαν βοήθεια προς την Ελλάδα ίδρυσαν την Αμερικανική Γεωργική Σχολή λίγο έξω από την Θεσσαλονίκη και την τοποθέτησαν Διευθύντρια. Η Σχολή είχε σκοπό να μάθει σε κορίτσια από χωριά της Μακεδονίας Οικοκυρικά, Γεωργία, Κτηνοτροφία … για να μπορούν να βγάλουν το ψωμί τους… Και ερωτώ. Η κυρία δρ Θεολογίας, που είναι και στέλεχος της εκπαίδευσης, ταυτίζεται στην θρησκευτική της πίστη με αυτή των υφισταμένων της ή των προϊσταμένων της;;».

Κατ’ αρχήν ο π. Δημήτριος καταφεύγει στο βιβλίο «Ασκητική της Αγάπης», το οποίο ως γνωστόν συνέγραψε η υποτακτική της μακαριστής ονόματι Γαβριηλία. Περιέργως όμως αποσιωπά το κατ’ εξοχήν τραγικό γεγονός, ότι η εν λόγω υποτακτική και συγγραφέας αργότερα εξέπεσε της μοναχικής της ιδιότητος και όχι μόνον, αλλά απεστάτησε εκ της πίστεως και ησπάσθη τον Βουδισμό, γενομένη βουδίστρια μοναχή. Μπορεί άραγε η μακαριστή να καυχηθεί γι’ αυτή την ολέθρια πορεία της μοναδικής υποτακτικής της; Δεν ισχύει άραγε στην προκειμένη περίπτωση ο λόγος του Κυρίου μας: «Εκ γαρ του καρπού το δένδρον γινώσκεται»; (Ματθ.12,33). Ασφαλώς και ισχύει.

Το γεγονός επίσης ότι η μακαριστή υπήρξε Διευθύντρια Οικοκυρικής Σχολής μιας αντιτριαδικής αιρετικής προτεσταντικής οργανώσεως έχει πολλή μεγάλη σημασία.  Πρόκειται για ένα γεγονός το οποίο ο π. Δημήτριος προσπαθεί να υποβαθμίσει και να το παρουσιάσει ως γεγονός άνευ σημασίας, στο οποίο καθαρά επαγγελματικοί λόγοι έπαιξαν πρωταρχική σημασία. Μπορούμε να πούμε ότι υπήρξε ορθή η απόφασή της να δεχθεί τη νευραλγική θέση της Διευθύντριας σ’ ένα προτεσταντικό και άρα αιρετικό ίδρυμα αντιτριαδικών προσώπων; Δεν εγνώριζε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας απαγορεύει να συναναστρεφόμεθα και να συνεργαζόμεθα με αιρετικούς και απίστους; Γιατί αγνόησε τον θεόπνευστο λόγο του αποστόλου Παύλου: «Μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις· τις γαρ μετοχή  δικαιοσύνη  και  ανομία; Τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; Τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; Ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου;», (Β’  Κορ.6,14-15). Γιατί αγνόησε το σκάνδαλο και την πνευματική ζημία που προκαλεί στον πιστό λαό του Θεού, εμφανιζόμενη δημοσίως ως Διευθύντρια μια αιρετικής οργανώσεως; Γιατί δεν προτίμησε να εργασθεί κάπου αλλού, ώστε να αποφύγει το σκάνδαλο;

Επίσης είναι λάθος να εξομοιώνεται η θέση της κ. Παπανικολάου, ως Διευθύντριας σε μια σχολική μονάδα, με τη θέση της μακαριστής ως Διευθύντριας σε ένα αιρετικό ίδρυμα. Σχολικές μονάδες διαθέτει χιλιάδες το ελληνικό κράτος σ’ όλη την ελληνική επικράτεια, οι οποίες όμως ανήκουν όλες στο κράτος και όχι σε κάποια αιρετική οργάνωση. Η κ. Παπανικολάου κανένα σκάνδαλο δεν προκαλεί με το να είναι Διευθύντρια σε μια σχολική μονάδα. Αντίθετα η μακαριστή σίγουρα προκάλεσε μεγάλο σκάνδαλο ως Διευθύντρια μια αιρετικής οργανώσεως.

Παρακάτω γράφει: «Ένσταση δεύτερη. Κατηγορείται η Οσία ότι είχε συναναστροφή με τους ετεροδόξους και συμμετείχε στις ακολουθίες τους, όπως ακούγεται να λέει στο video στα 22.33 και 31,39 λεπτά. Απάντηση: α. Δεν μας ξεκαθαρίζει η δρ. Θεολογίας από ποια φάση της ζωής της Οσίας είναι τα λόγια που ακούγονται, με αποτέλεσμα να δημιουργεί σύγχυση και αποπροσανατολισμό….».

Κατ’ αρχήν η ίδια η μακαριστή στο το βίντεο ξεκάθαρα παραδέχεται ότι συμμετείχε σε συμπροσευχές με αιρετικούς: «Στο ίδιο στο 31.30ο λεπτό παραδέχεται, [η μακαριστή], ότι πήγαινε αδιάκριτα σε ορθόδοξες, ή εκκλησίες ετεροδόξων όπου και συμμετείχε στις ακολουθίες τους». Πρόκειται για μια ξεκάθαρη παραδοχή της μακαριστής, που δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφιβολίας. Μια παραδοχή την οποία όμως προσπερνά και αποσιωπά ο π. Δημήτριος. «Σύγχυση και αποπροσανατολισμό» δεν προκαλεί η κ. Παπανικολάου, αλλά ο π. Δημήτριος, ο οποίος στην προσπάθειά του να δικαιολογηθεί, αλλάζει θέμα. Διότι ενώ  γίνεται λόγος για το θέμα των συμπροσευχών αυτός γράφει: «Στην Ινδία πρώτα πήγε ως λαϊκή ιεραπόστολος, οπότε πού είναι το λάθος της συναναστροφής με ετεροδόξους;;». Άλλο πράγμα είναι π. Δημήτριε η συναναστροφή με ετεροδόξους, (με σκοπό την μεταστροφή τους στην ορθοδοξία) και άλλο η συμπροσευχή μ’ αυτούς.

Παρακάτω, αναφερόμενος στις συμπροσευχές γράφει: «β. Περί των συμπροσευχών. Μπορεί να μας πει η δρ. Θεολογίας σε ποια φάση της ζωής της η γερόντισσα συμμετείχε σε συμπροσευχές;;; Ήταν λαϊκή, ή μοναχή;;; Η απάντησή μας στην ερώτηση είναι ότι ήταν ΛΑΪΚΗ». Κατ’ αρχήν το ότι ήταν λαϊκή και όχι μοναχή, το γεγονός αυτό της δίδει το δικαίωμα να συμμετέχει σε συμπροσευχές; Όχι βέβαια. Οι διαχρονικού κύρους και θεόπνευστοι Ιεροί Κανόνες απαγορεύουν τις συμπροσευχές τόσο σε κληρικούς και μοναχούς, όσον επίσης και σε λαϊκούς επί ποινή αφορισμού και καθαιρέσεως. Ενδεικτικά παραθέτουμε τον ΞΕ΄ Ιερό Κανόνα των Αγίων Αποστόλων: «Ει τις κληρικός ή λαϊκός εισέλθοι εις συναγωγήν Ιουδαίων, ή αιρετικών προσεύξασθαι και καθαιρείσθω και αφοριζέσθω».[4] Το ότι η μακαριστή συμμετείχε σε συμπροσευχές όχι απλώς με ετεροδόξους, αλλά και με ετεροθρήσκους, (ινδουϊστές), το παραδέχεται και ο ίδιος ο π. Δημήτριος. Γράφει: «Υπενθυμίζω, ότι η εθελοντική προσφορά της γερόντισσας ως ΑΥΡΗΛΙΑΣ ξεκίνησε από ινδουιστικό ashram, όπου κλήθηκε να διδάξει φυσιοθεραπεία σε ινδουιστές μοναχούς. Το πιο λογικό ήταν αφενός μεν να ακολουθεί το πρόγραμμα του μοναστικού αυτού ιδρύματος, αφετέρου μέσα από τις ινδουιστικές τελετές έπρεπε να μάθει όλα τα σχετικά με την πίστη τους, ώστε να κατηχήσει σωστά, όσους ερχόταν εκεί». Δηλαδή, αν καταλάβαμε καλά, η μακαριστή δεν είχε καμία αναστολή να πάει σε ιδουϊστικό μοναστήρι, για να διδάξει φυσιοθεραπεία σε ινδουιστές μοναχούς, καθ όν χρόνον μπορούσε, (και έπρεπε), να αποφύγει πάση θυσία τη συναναστροφή με αλλοθρήσκους ινδουϊστές μοναχούς, πολυθεϊστές, ειδωλολάτρες. Πράγμα που δείχνει ξεκάθαρα ότι για την μακαριστή τίποτε δεν σημαίνει ο θεόπνευστος λόγος του αποστόλου Παύλου: «Μη  γίνεσθε  ετεροζυγούντες  απίστοις…», που μνημονεύσαμε πιο πάνω. Ας μη λησμονείται εν προκειμένω ότι ο Ινδουϊσμός έχει ψευδοθεούς 300.000.000. Ο π. Δημήτριος δυστυχώς πιστεύει ότι πολύ σωστά έπραξε η μακαριστή με το να πάει στο εν λόγω μοναστήρι και θεωρεί πολύ λογικό το ότι αυτή συμπροσευχόταν με τους ινδουϊστές, καταπατώντας έτσι τους Ιερούς Κανόνες, με την πρόφαση «να μάθει όλα τα σχετικά με την πίστη τους, ώστε να κατηχήσει σωστά, όσους ερχόταν εκεί». Δεν μας λέει όμως, πόσους ινδουϊστές, λαϊκούς, ή μοναχούς, μετέστρεψε στην ορθοδοξία! Παρακαλούμε και πάλι τον π. Δημήτριο να μελετήσει τους Ιερούς Κανόνες, που αναφέρονται στο θέμα των συμπροσευχών.

Παρακάτω γράφει: «Λέει η δρ. Θεολογίας στο https://www.youtube. com/ watch?v=_UfUuihoTmQ: ‘Στο 34.20ο λεπτό ομολογεί και καυχιέται μάλιστα ότι ποτέ δεν προσπάθησε κάποιον αλλόθρησκο να τον κάνει χριστιανό. Αφού όλα είναι τα ίδια κατ’ αυτήν, δεν είχε λόγο. Οπότε δεν υπήρξε ιεραπόστολος, όπως τονίζουν αυτοί που την προβάλλουν, ούτε είχε ομολογιακό φρόνημα στους χώρους που έδρασε. Και από αυτή της τη δήλωση και από όλα τα ανωτέρω, διαπιστώνεται ότι δεν διακήρυττε λόγω και έργω την αλήθεια της Ορθοδοξίας. ….’. Απάντηση: Και μόνο τα παραπάνω γραφόμενα μας δείχνει η δρ.Θεολογίας πόσο ΑΣΧΕΤΗ  είναι και από την ιεραποστολική πρακτική και την παρουσία του Αγίου Πνεύματος στους χώρους της ιεραποστολής. Στο Πανεπιστήμιο στο μάθημα της Ιεραποστολικής αυτά έμαθε;;; …Η ιεραποστολή της αδελφής Γαβριηλίας, γενικότερα στο κόσμο και ειδικότερα στην Ινδία, παρά το γεγονός ότι δεν έχει ως στόχο τη μεταστροφή των ανθρώπων στο Χριστιανισμό, φέρει το χαρακτήρα της μαρτυρίας και της καταλλαγής. …».

Κατ’ αρχήν από το ίδιο το βίντεο μαθαίνουμε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο να ομολογεί η ΙΔΙΑ Η ΜΑΚΑΡΙΣΤΗ ότι «ποτέ δεν προσπάθησε κάποιον αλλόθρησκο να τον κάνει χριστιανό». Πάνω σ’ αυτό το θέμα δεν χωράει καμία αντιλογία, αφού και ο ίδιος ο π. Δημήτριος αναγκάζεται να ομολογήσει αυτή την αλήθεια: «Η  ιεραποστολή της αδελφής Γαβριηλίας, γενικότερα στο κόσμο και ειδικότερα στην Ινδία, παρά το γεγονός ότι δεν έχει ως στόχο τη μεταστροφή των ανθρώπων στο Χριστιανισμό, φέρει το χαρακτήρα της μαρτυρίας και της καταλλαγής». Εδώ προκύπτουν τα εξής καυτά ερωτήματα: Αφού ποτέ της δεν έκανε ιεραποστολή, τότε τι ιεραπόστολος ήταν; Και γιατί άραγε οι θιασώτες της προσπαθούν να την προβάλλουν ως ιεραπόστολο; Από αυτά που στη συνέχεια προσθέτει ο π. Δημήτριος, μπορούμε κάπως να καταλάβουμε το «είδος» και την «μορφή» του ιεραποστολικού έργου της. Γράφει: «Όπου και να βρισκόταν, με όποιον και να συναναστρεφόταν, η παρουσία της είχε σκοπό την ειρήνευση και την καταλλαγή με τον πιο αθόρυβο τρόπο: το άγγιγμα, το χαμόγελο, τη σιωπή». Ιδού το ιεραποστολικό έργο της μακαριστής! Ήταν η ιεραποστολή «του αγγίγματος, του χαμόγελου, και της σιωπής», με σκοπό «την ειρήνευση και την καταλλαγή»! Αν αυτό είναι και λέγεται ιεραποστολή, τότε με πολύ λύπη διαπιστώνουμε ότι αγνοείται, τι είναι η ορθόδοξη ιεραποστολή κατά την εντολήν του Κυρίου «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα έθνη…», (Ματθ. 28,19). Εμείς, με τη χάρη του Θεού, αξιωθήκαμε να επισκεφθούμε αρκετά ιεραποστολικά κλιμάκια της Αφρικής και της Νοτίου Αμερικής και γνωρίζουμε εκ πείρας, πως γίνεται το ιεραποστολικό έργο στις χώρες αυτές. Μας αξίωσε επίσης ο Θεός να συγγράψουμε και σχετικό βιβλίο με τίτλο: «Η ορθόδοξη ιεραποστολή στην ιστορία και στο σύγχρονο κόσμο», το οποίο μπορούμε να του το αποστείλουμε, αν μας το ζητήσει.

Παρακάτω γράφει: «Ένσταση έκτη. Κι εκεί της ήρθε το μήνυμα να γίνει μοναχή! Πού; Στα Ιμαλάια; Και από ποιον; Και σε ποιον πνευματικό το κατέθεσε; Σε ποιον έκανε υπακοή για να γίνει μοναχή και αφού έγινε, σε ποια γερόντισσα (παράλληλα με τον πνευματικό) υποτάχθηκε; Μπορεί να νοηθεί χριστιανός και μάλιστα μοναχός χωρίς υπακοή; Χαρακτηριστικά η υπακοή είναι από τα πρώτα σκαλοπάτια στην Κλίμακα της πνευματικής ζωής και μία από τις τρεις βασικές αρετές της μοναχικής ζωής. Απάντηση: Δύο συμπεράσματα βγαίνουν από τα γραφόμενα. ι. Απαγορεύεται αυστηρώς άνθρωποι που ζουν ησυχαστικά στην περιοχή των Ιμαλαΐων να αποφασίσουν να γίνου μοναχοί(::::::::) ιι. Η  δρ.Θεολογίας ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ».

Στη συνέχεια αναφέρει, ποιοί ήταν οι πνευματικοί της μέχρι τέλους της ζωής της και ότι από τον όσιο Αμφιλόχιο Μακρή, πήρε «το Μικρό Σχήμα, την ευχή της Ιεραποστολής και την ευλογία, ώστε να ξεκινήσει για την Ινδία». Όμως τον π. Δημήτριο τον διαψεύδει η μοναχή Φιλοθέη, στο βιβλίο της «Η Γερόντισσα της χαράς», όπου αναφέρει ότι «εκάρη μοναχή στη Βηθανία, ενώ πήρε την ευλογία από τον π. Αμφιλόχιο της Πάτμου, που έγινε και ο πνευματικός της, να συνεχίσει και ως μοναχή την ιεραποστολή»[5]. Οπότε από τον όσιο Αμφιλόχιο πήρε, (αν την πήρε),  μόνο την ευλογία για την ιεραποστολή και δεν της έδωσε κανένα μοναχικό Σχήμα[6]. Μόνο που η ευχή του πνευματικού της για ιεραποστολή δεν έφερε δυστυχώς κανένα απολύτως καρπό. Διότι όπως αποδείξαμε προηγουμένως, η μακαριστή  ουδέποτε στη ζωή της άσκησε ορθόδοξη ιεραποστολή. Ο μεν όσιος Αμφιλόχιος έδωσε την ευχή του, ο Θεός όμως δεν έδωσε τη Χάρη του, ούτε ευλόγησε το υποτιθέμενο ιεραποστολικό έργο της. Εκείνο που μετράει εν προκειμένω δεν είναι το τι έδωσε ο  όσιος Αμφιλόχιος, αλλά τι ΔΕΝ έδωσε ο Θεός. Μα, θα ρωτήσει κανείς: Πως είναι δυνατόν ένας επιφανής κληρικός της εποχής εκείνης να έπεσε έξω; Είναι δυνατόν, διότι όπως υπογραμμίσαμε πιο πάνω, ακόμη και οι άγιοι μπορούν να κάνουν λάθη. Το ότι ο Θεός δεν ευλόγησε τη μοναχική πορεία της μακαριστής, φαίνεται και από το ολέθριο κατάντημα της υποτακτικής της, η οποία και συνέγραψε τον βίο της με τίτλο: «Ασκητική της αγάπης», για το οποίο έγινε λόγος προηγουμένως. Κατά την ταπεινή μας γνώμη το τραγικό λάθος του οσίου Αμφιλοχίου έγκειται στο γεγονός ότι στην περίπτωση της μακαριστής αγνόησε την μακραίωνα μοναχική μας παράδοση, η οποία απαιτεί από τον αρχάριο μοναχό, ή μοναχή, να ασκηθεί για ικανό χρονικό διάστημα στην υπακοή σε γέροντα, ή σε γερόντισσα, σε κατάλληλο μοναστικό περιβάλλον. Με την μακροχρόνια υπακοή ο μοναχός μαθαίνει να κόβει το θέλημά του και ακριβώς αυτή η κοπή του θελήματος φέρνει στη συνέχεια το ταπεινό φρόνημα σ’ αυτόν. Η δε ταπείνωση με τη σειρά της φέρνει την Χάρη του Θεού, σύμφωνα με τον θεόπνευστο λόγο της Γραφής: «ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν», (Ιακ. 4,6). Η Χάρις πάλι όταν γίνει μόνιμο κτήμα του μοναχού φέρνει με τη σειρά της όλες τις άλλες αρετές. Γι’ αυτό και πολύ σοφά οι Άγιοι Πατέρες θεωρούν την μακροχρόνια υπακοή σε γέροντα, το άλφα και ο ωμέγα για την προκοπή του μοναχού, το θεμέλιο για την κατόρθωση όλων των αρετών. Όταν λοιπόν ο μοναχός διανύσει με επιτυχία όλη την παραπάνω διαδικασία, τότε αποκτά πνευματική ωριμότητα και μόνον τότε είναι κατάλληλος να βγεί έξω από το μοναστήρι, για να κάνει ιεραποστολή. Ένας στρατηγός ποτέ δεν στέλνει ένα νεοσύλλεκτο στρατιώτη στην πρώτη γραμμή της μάχης, αλλά προηγουμένως στο κέντρο εκπαιδεύσεως νεοσυλλέκτων, για να μάθει την τέχνη της μάχης και κατόπιν τον στέλνει στην πρώτη γραμμή. Το ίδιο έπρεπε να γίνει και στην περίπτωση της μακαριστής. Επίσης και ο γράφων μπορεί να επιβεβαιώσει, όλα όσα πιο πάνω περί υπακοής αναφέραμε από την δεκαετή μοναχική του εμπειρία ως υποτακτικός σε μοναστήρι του αγίου Όρους. Γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι αγαπητός π. Δημήτριος, ως έγγαμος κληρικός, δεν έχει μοναχική εμπειρία ως υποτακτικός σε γέροντα. Οφείλει όμως να έχει βασικές, έστω, γνώσεις γύρω από τον Ορθόδοξο Μοναχισμό, εφ’ όσον θέλησε να καταπιαστεί με τον βίο μιας μοναχής.

Κλείνοντας θα θέλαμε να συγχαρούμε για μια ακόμη φορά την κ. Ευαγγελία Παπανικολάου για την άριστη μελέτη της, με την οποία μας δίδει την δυνατότητα να προσεγγίσουμε το αυθεντικό πρόσωπο της μακαριστής. Μέσα από ακαταμάχητα ηχητικά ντοκουμέντα αποδεικνύει, ποια πράγματι ήταν η μακαριστή, μακριά από υποκειμενισμούς και ωραιοποιήσεις, που φυσικό είναι να περιέχουν τα εκδοθέντα βιβλία «Ασκητική της αγάπης» και «Η γερόντισσα της χαράς». Την ευγνωμονούμε ακόμη, διότι τα εν λόγω  ντοκουμέντα επιβεβαιώνουν όσα δημοσίευσε το Γραφείο μας γι’ αυτήν και διακηρύσσουν με τον πιο επίσημο και εμφαντικό τρόπο, ότι η μακαριστή όχι μόνο ως αγία δεν μπορεί να θεωρηθεί, αλλά ως ένα πρόσωπο βαθιά διαβρωμένο από την παναίρεση του οικουμενισμού. Παρακαλούμε επίσης τον αγαπητό π. Δημήτριο να συνειδητοποιήσει την έναντι του Θεού και της αληθείας ευθύνη του.

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών

 

[1] Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου: «Εμπειρική Δογματική»

[2] Όπου ανωτέρω

[3] Bλ.  «Έκθεσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως», PG 94,1164B

[4] Βλ. Αγίου Νικοδήμου, Πηδάλιον, Έκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 84

[5] Φιλοθέη μοναχή, Η Γερόντισσα της χαράς  (μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη)εκδ. Επιστροφή, 20192, σ. 29.

[6] Αμφισβητείται όμως, λόγω μη ύπαρξης αποδεικτικών στοιχείων ότι είχε γίνει οπουδήποτε μοναχή, εκτός από τα τελευταία της χρόνια στη Λέρο. Χαρακτηριστικά ο Ιερομόναχος Michael, πνευματικό τέκνο της Γερόντισσας, από την Ιερά Μονή του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά στο Οχάϊο στο https://youtu.be/akvaNg936gw?si=e8BmGfCc6–eb50e στο 48.10 λεπτό αναφέρει σχετικά για τη Γερόντισσα Γαβριηλία ότι μετακινήθηκε «στο νησί της Λέρου, το οποίο είναι το επόμενο νησί κάτω από την Πάτμο, όπου έχουμε αποδεικτικό στοιχείο ότι εκάρη μεγαλόσχημη στο Παρεκκλήσι της Παναγίας στην κορυφή του βουνού στο κάστρο, γιατί ποτέ δε βρήκαμε αποδεικτικά στοιχεία να έχει καρεί μοναχή προηγουμένως. Ζούσε ως μοναχή, φαινόταν ως μοναχή, γνωρίζαμε την ιστορία της ως μοναχή, έλεγε ότι τότε έγινε αυτό, τότε έγινε το άλλο, αλλά κανένας δεν μπορούσε να βρει κάποιο αποδεικτικό στοιχείο, αλλά τώρα έχουμε φωτογραφίες από τη Λέρο».