ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 9η Δεκεμβρίου 2024
ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΙΚΟΤΗΤΑ: ΔΥΟ ΑΠΟΛΥΤΑ ΑΝΤΙΦΑΤΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ!
(Σχολιασμός σε πρόσφατη παπική «Σύνοδο για την Συνοδικότητα»)
Η Αγία μας Εκκλησία γεννήθηκε στον ελληνορωμαϊκό κόσμο, σε μια εποχή καμπής για την ανθρώπινη ιστορία, όπου το κακό, η αμαρτία και η βαρβαρότητα βρισκόταν στο έπακρο. Όταν το ανθρώπινο πρόσωπο βρισκόταν σε έσχατη απαξίωση, έχοντας εξομοιωθεί με τα ζώα και τα ευτελή πράγματα της καθημερινότητας. Όταν τα «ανθρώπινα δικαιώματα» ήταν αποκλειστικό προνόμιο των ισχυρών και των ολίγων ελευθέρων, σε αντίθεση με την συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, τους φτωχούς, τους δούλους, τις γυναίκες, τους ανάπηρους, τα παιδιά και τους ξένους, οι οποίοι βίωναν την φρίκη και την περιθωριοποίηση. Για πρώτη φορά, από καταβολής κόσμου, διακηρύχτηκε από το στόμα του ουρανοβάμονος Παύλου το, «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Ελλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ· πάντες γαρ υμείς εις έστε εν Χριστώ Ιησού» (Γαλ.3,28) και «οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσιν χριστός» (Κολ.3,11). Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο να αναδημιουργήσει τον παλιό και καταρρακωμένο από την αμαρτία κόσμο, να εδραιώσει την «καινή κτίση» (Β΄Κορ.5,17), μια νέα κοινωνία αγάπης και αδελφότητας, μέσα στην οποία θα τελεσιουργείται το μυστήριο της σωτηρίας, της κατά χάριν θεώσεως. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το ότι προσέλαβε τους σεσαθρωμένους και αναποτελεσματικούς θεσμούς του πτωτικού κόσμου, τους οποίους μεταστοιχείωσε, ανανοηματοδότησε και ενέταξε στη σωστική λειτουργία της Εκκλησίας. Αναφέρουμε για παράδειγμα, τους όρους «εκκλησία», «επίσκοπος», «πρεσβύτερος», «λειτουργία» κλπ, όρους πολιτικούς της αθηναϊκής δημοκρατίας, τους οποίους χρησιμοποίησε η Εκκλησία για να ορίσει την «λειτουργία» της νέας κοινωνίας, του λαού του Θεού.
Αυτή η νέα κοινωνία είναι αποτυπωμένη στο ιερό Βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, όπου «τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά» (Πραξ.4,32). Το αξιότιμο όλων των πιστών, χωρίς διακρίσεις, φανερώνει η κοινή συμμετοχή στις «αγάπες», στην εκλογή του Αποστόλου Ματθία (Πράξ.1,25) και κύρια, των Επτά Διακόνων, οι οποίοι εξελέγησαν με την ισότιμη ψήφο όλων, «ἐπισκέψασθε οὖν, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτά, πλήρεις Πνεύματος ῾Αγίου καὶ σοφίας, οὓς καταστήσομεν ἐπὶ τῆς χρείας ταύτης· … καὶ ἤρεσεν ὁ λόγος ἐνώπιον παντὸς τοῦ πλήθους· καὶ ἐξελέξαντο…» (Πραξ.6,3).
Το κορυφαίο γεγονός, το οποίο οριοθέτησε το κατοπινό πολίτευμα της Εκκλησίας, είναι η Αποστολική Σύνοδος της Ιερουσαλήμ, (πραγματοποιήθηκε μεταξύ 47-49 μ. X.), με την ισότιμη συμμετοχή όλου του εκκλησιαστικού πληρώματος της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Σύμφωνα με τον ιερό συγγραφέα των Πράξεων, η απόφαση της συγκλήσεως υπήρξε κοινή απόφαση της Εκκλησίας, «Τότε έδοξε τοίς αποστόλοις καί τοίς πρεσβυτέροις σύν όλη τή εκκλησία» (Πραξ.15,22). Διότι αυτή διεξάγονταν «ομοθυμαδόν» (Πραξ.15,25). Διότι πνοή της Συνόδου ήταν το Άγιο Πνεύμα, «έδοξε γάρ τώ Αγίω Πνεύματι καί ημίν» (Πραξ.15,28). Παρατηρούμε ότι ολόκληρη η Εκκλησία συμμετέχει, χωρίς να γίνεται διάσπαση ή διαχωρισμός του κλήρου και του λαού και ούτε ανάμειξη ή συγχώνευση μεταξύ τους, αλλά όλοι εν ομονοία ως μέλη ενός μοναδικού Σώματος[1].
Η Σύνοδος της Ιερουσαλήμ αποτέλεσε την βάση του Συνοδικού Συστήματος της Εκκλησίας μας. Όλες οι κατοπινοί Σύνοδοι ακολουθούσαν και εφάρμοζαν το πνεύμα αυτής της Συνόδου. Βεβαίως, για λόγους πρακτικούς, συν τω χρόνω, περιορίστηκε η συμμετοχή του πληρώματος, με αυτή του επιχώριου Επισκόπου, ο οποίος μετέφερε στην Σύνοδο την εμπειρία και την θέληση της τοπικής του Εκκλησίας. Τα μεγάλα προβλήματα που καλούνταν να λυθούν στις Συνόδους και πρωτίστως να οριοθετηθεί η γνήσια πίστη της Εκκλησίας, ορίζονταν δια της πλειοψηφίας «η ψήφος των πλειόνων κρατείτω», με ομότιμη και ισόκυρη ψήφο όλων των συμμετεχόντων, χωρίς αποκλεισμούς. Δεν υπήρχε (και δεν υπάρχει) καμία αυθεντία και κανένας συμμετέχων σ’ αυτές. Δεν είχε καμιά πρωτοπορία, η «βαρύνουσα ψήφο», παρά μόνο τιμητικό συντονισμό – προεδρεία, από τον πρώτο (μεταξύ ίσων) στην τάξη Ιεράρχη. Να προσθέσουμε, πως η λειτουργία του συνοδικού συστήματος στηρίχτηκε στην λεγόμενη «Πενταρχία», δηλαδή στο σύστημα διοίκησης των πέντε πρεσβυγενών Πατριαρχείων (Ρώμης, Νέας Ρώμης – Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων), (ΚΗ΄ Κανών της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου).
Δυστυχώς όμως στην ιστορική πορεία της Εκκλησίας εμφανίστηκαν οι αιρέσεις και μεταξύ των άλλων αλλοιώσεων, στρέβλωσαν και το συνοδικό πολίτευμα της Εκκλησίας στις αποσχισμένες και αιρετικές ομάδες τους. Η πλέον σοβαρή και μοιραία στρέβλωση, ή μάλλον κατάργηση του αρχέγονου Συνοδικού Συστήματος, έλαβε χώρα, κατά την απόσχιση της Δυτικής Εκκλησίας του 1054, όταν καταλήφτηκε από τους εισβολείς Φράγκους.
Οι Φράγκοι, βαρβαρικό φύλο της ευρωπαϊκής ηπείρου, αφού κατέκτησαν την Ευρώπη δια πυρός, σιδήρου, δηώσεων, καταστροφών και ανείπωτων γενοκτονιών, κατέλαβαν και τον σεβάσμιο πατριαρχικό θρόνο της Ρώμης, όπου εγκαταστάθηκε ο Φράγκος αυτοκράτορας (και ως «Πάπας»), περιβεβλημένος όλες τις εξουσίες (πολιτικές και θρησκευτικές). Μετέφερε μαζί του και το βαρβαρικό φραγκικό πνεύμα του αυταρχισμού, του φεουδαρχισμού και της δουλοκτημοσύνης, τα οποία εφάρμοσε και στην εκκλησιαστική του πολιτική. Έτσι έθεσε τέρμα στο πατροπαράδοτο Συνοδικό Σύστημα. Είναι γνωστός άλλωστε ο λεγόμενος «Περί περιβολής αγώνας», του Παπισμού (11ος αιώνας και εξής), επιδιώκοντας να γίνει κοσμοκράτορας, ενσαρκώνοντας όλες τις εξουσίες του κόσμου! Έκτοτε, ως τις μέρες μας δεν υπάρχει γνήσιο συνοδικό σύστημα στον δυτικό Χριστιανισμό, αλλά μια κακέκτυπη «συνοδικότητα», η οποία λειτουργούσε και λειτουργεί, είτε ως συμβουλευτικό όργανο του «Πάπα», είτε ως μέσον έκφρασης των «αλάθητων» αποφάσεών του!
Αλλά στις μέρες μας, όπου ο αυταρχισμός και η απολυταρχία στιγματίζονται και εξωθούνται, ο Παπισμός βρίσκεται σε δύσκολη θέση, διότι, όπως είναι γνωστό, το «κράτος» του Βατικανού είναι ένα από τα ελάχιστα στον πλανήτη απολυταρχικά καθεστώτα. Επί πλέον οι παπικοί δέχονται ισχυρές πιέσεις, μέσω των θεολογικών διαλόγων, για την απουσία συνοδικότητας και για το «πρωτείο» του «Πάπα». Γι’ αυτό το λόγο άρχισε να γίνεται πρόσφατα λόγος στον Παπισμό για «συνοδικότητα», να πραγματοποιούνται τα τρία τελευταία χρόνια «Σύνοδοι για την Συνοδικότητα», όπως αποκαλούνται.
Τίθεται το ερώτημα: έχουν σχέση αυτές οι «σύνοδοι» με το γνήσιο Συνοδικό Πολίτευμα της Εκκλησίας; Η απάντηση υπάρχει σε δημοσίευμα της εφημερίδος «ΚΑΘΟΛΙΚΗ» των εν Ελλάδι «καθολικών» (αρ. φύλλο 350, 21 – 10 -2024), με τίτλο: «Σύνοδος για την Συνοδικότητα». Πρόκειται για την σύγκληση «συνόδου», η οποία πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Οκτώβριο, στην οποία συμμετείχαν «κληρικοί» και λαϊκοί (άνδρες και γυναίκες). Ως και εκπρόσωποι των ομοφυλόφιλων έλαβαν μέρος σε αυτή, «Ο Αμερικανός Ιησουίτης πατέρας James Martin επίσης μέλος της συνόδου τους προσκάλεσε να συναντηθούν με ΛΟΑΤΚΙ Καθολικούς για να ανταλλάξουν εμπειρίες»!
Ουδέν περιθώριο αφήνεται ότι πρόκειται για την λειτουργία του γνησίου Συνοδικού Συστήματος της Εκκλησίας, αλλά μάλλον για «ανταλλαγή εμπειριών». Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απίστευτες αοριστολογίες του κ. Φραγκίσκου στην εναρκτήρια λειτουργία της «2ης Συνόδου για την Συνοδικότητα» στις 2 Οκτωβρίου: Είπε: «Ας είμαστε προσεκτικοί ώστε να μην θεωρούμε τις εισηγήσεις μας ως σημεία που πρέπει να υπερασπιστούμε πάση θυσία ή ατζέντες που πρέπει να επιβληθούν». Και προειδοποίησε πώς να μην «εγκλωβιστούμε σε διαλόγους μεταξύ κωφών, όπου οι συμμετέχοντες επιδιώκουν να προωθήσουν τους δικούς τους σκοπούς ή τις δικές τους ατζέντες χωρίς να ακούσουν τους άλλους»! «Η προσέγγιση αυτή δεν είναι απλώς μια τεχνική για τη «διευκόλυνση» του διαλόγου και της δυναμικής της ομαδικής επικοινωνίας. Η αγκαλιά, η προστασία και η φροντίδα είναι στην πραγματικότητα μέρος της ιδίας της φύσης της εκκλησίας», υπενθυμίζοντας σε όλους ότι ο στόχος αυτών των συζητήσεων είναι να επιδιωχθεί η «αρμονία». «Η αρμονία είναι πολύ σημαντική. Η (Σύνοδος) δεν έχει να κάνει με πλειονότητες και μειονότητες. Αυτό που είναι σημαντικό, αυτό που είναι θεμελιώδες, είναι η αρμονία, η αρμονία που μόνο το Άγιο Πνεύμα μπορεί να επιτύχει». «Μας ζητείται να εξασκηθούμε μαζί στην τέχνη της συμφωνίας».
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Σε αυτή την ομιλία για την μέθοδο, ο Πάπας κάλεσε τα μέλη να ασκούν συνεχή διάκριση για να “ακούνε τη φωνή”. «Ένας τρόπος (για να ακούσουμε) είναι να δεχτούμε όλες τις προτάσεις που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια αυτών των τριών ετών με σεβασμό και προσοχή, με προσευχή και υπό το φως του Λόγου του Θεού». «Με την βοήθεια του Αγίου Πνεύματος, πρέπει να ακούσουμε και να κατανοήσουμε αυτές τις φωνές – δηλαδή τις ιδέες, τις προσδοκίες, τις προτάσεις – ώστε να διακρίνουμε μαζί τη φωνή του Θεού που μιλάει στην εκκλησία».
Στο τέλος του δημοσιεύματος αναφέρεται: «Υπάρχει μόνο μια βεβαιότητα: στο τέλος των συζητήσεων, ο Πάπας θα λάβει την τελική απόφαση». Και πως το «τελικό έγγραφο της Συνόδου, που αναμένεται να δημοσιευθεί … έχει ως στόχο να διατυπώσει συγκεκριμένες προτάσεις για να γίνει η Εκκλησία “ποιο συνοδική”»! Αποδεικνύεται ότι τελικά η όλη «φιέστα» δεν ήταν τίποτε άλλο από μια «πλατειά συζήτηση», η οποία λειτούργησε ως συμβουλευτική του «Πάπα»!
Μελετώντας με προσοχή τον τρόπο σύγκλησης, τα λεγόμενα και κυρίως τις δηλώσεις του «Πάπα» Φραγκίσκου, διαπιστώνουμε αβίαστα ότι αυτού του είδους οι «σύνοδοι» του Παπισμού, ουδεμία σχέση έχουν με το Συνοδικό Πολίτευμα της Εκκλησίας. Διότι ο Παπισμός, από την φύση του, δεν μπορεί να λειτουργήσει συνοδικά, καθότι υπάρχει «συνοδική» δέσμευση, ότι ο «Πάπας», ως «αλάθητος» και «υπέρτατος διδάσκαλος της εκκλησίας» δεν έχει ανάγκη από συνοδικές διαδικασίες, διότι έτσι καταλύεται, καταργείται στην πράξη το παπικό αλάθητο! Το παπικό «αλάθητο» ακυρώνει κάθε άλλη άποψη, έστω και αν αυτή είναι συλλογική- συνοδική! Δια του «πρωτείου» και του «αλαθήτου» ο «Πάπας» καθίσταται «ισόθεος»!
Σύμφωνα με τις αποφάσεις της Α΄ Βατικανής Συνόδου (1870) «Ο ρωμαίος ποντίφικας όταν ομιλεί εκ καθέδρας, δηλαδή όταν υπό την ιδιότητα του ποιμένα και διδασκάλου όλων των χριστιανών, δυνάμει της υπέρτατης αποστολικής του εξουσίας, ορίζει ότι κάποια διδασκαλία που αφορά στην πίστη και τη χριστιανική ηθική πρέπει να γίνει αποδεκτή ως αληθής από ολόκληρη την Εκκλησία, βάσει της Θείας επιφοιτήσεως υποσχεθείσης σ’ εκείνον διά του αποστόλου Πέτρου, τότε χαίρει του αλαθήτου εκείνου που ο θείος Λυτρωτής θέλησε να χαρίσει στην Εκκλησία του»[2] .
Σύμφωνα με την επίσημη «δογματική» διδασκαλία του Παπισμού, ο «Πάπας», η οποία στηρίζεται στο πλαστό μεσαιωνικό κείμενο «Ψευδοϊσιδώρειες Διατάξεις», «ως κεφαλή της ιερωσύνης, είναι η ορατή κεφαλή ολόκληρης της Εκκλησίας, δηλαδή caput totius orbi (κεφαλή ολόκληρης της οικουμένης), έχοντας την απόλυτη κυριαρχία όχι μόνο στα εκκλησιαστικά, αλλά και στα πολιτικά ζητήματα. Κάθε επίσκοπος είναι αντιπρόσωπος του Πάπα, από τον οποίο λαμβάνει την εξουσία»[3].
Σύμφωνα με ενδιαφέρουσα μελέτη, «Ὁ Πάπας, ὡς διάδοχος τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, “εἶναι ἡ αἰώνια καὶ ὁρατὴ ἀρχὴ καὶ θεμέλιο τῆς ἑνότητας, ποὺ συνδέει τόσο τοὺς ἐπισκόπους μεταξύ τους ὅσο καὶ τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν”. “Πραγματικά, ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης, μὲ τὸ ἀξίωμά του ὡς ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ καὶ ὡς ποιμένας ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει πλήρη, ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια ἐξουσία μέσα στὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία μπορεῖ πάντοτε ἐλεύθερα νὰ ἀσκεῖ”. Οἱ φράσεις “ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ”, “ποιμένας ὅλης τῆς Ἐκκλησίας” καὶ “ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια ἐξουσία μέσα στὴν Ἐκκλησία”, τὴν ὁποία μάλιστα ἀσκεῖ ἐλεύθερα, εἶναι ἐκεῖνες ποὺ προσδιορίζουν πὼς ἐννοεῖ ὁ Πάπας σήμερα τὴν θέση του στὴν Ἐκκλησία. Λόγῳ αὐτῆς τῆς θέσεώς του ὅποιος Ἐπίσκοπος ἡ ὅποια Σύνοδος δὲν βρίσκεται σὲ κοινωνία μὲ τὸν Πάπα, δὲν ἔχει καμμιὰ ἐξουσία. “Ὁ σύλλογος ἡ τὸ σῶμα τῶν ἐπισκόπων δὲν ἔχει ἐξουσία, ἂν δὲν βρίσκεται σὲ κοινωνία μὲ τὸν ἐπίσκοπο Ρώμης, ὡς ἀρχηγό του”. Ὁ σύλλογος τῶν Ἐπισκόπων εἶναι “φορέας τῆς ὑπέρτατης καὶ πλήρους ἐξουσίας μέσα στὴν παγκόσμια Ἐκκλησία, τὴν ὁποία ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ ἀσκεῖ χωρὶς τὴ σύμφωνη γνώμη τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης”. Δηλαδή, ἂν κανεὶς Ἐπίσκοπος ἡ καὶ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία δὲν ἀναγνωρίζη τὸ πρωτεῖο τοῦ Πάπα καὶ δὲν ἔχη κοινωνία μαζί του ἡ ἀσκῇ ἐξουσία χωρὶς τὴν σύμφωνη γνώμη τοῦ Πάπα, δὲν ἔχει καμμία ἀξία. Εἶναι δὲ χαρακτηριστικὴ καὶ ἡ σχέση μεταξὺ πρωτείου τοῦ Πάπα καὶ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Βεβαίως, ὅπως ὑποστηρίζεται, “ὁ σύλλογος τῶν ἐπισκόπων ἀσκεῖ τὴν ἐξουσία πάνω σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία μὲ ἐπίσημο τρόπο στὴν Οἰκουμενικὴ Σύνοδο”, ἀλλὰ “δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἂν δὲν ἐπικυρωθεῖ, ἡ τοὐλάχιστον ἂν δὲν γίνει δεκτή, ἀπὸ τὸ διάδοχο τοῦ Πέτρου»! Ἐπίσης, τὸ πρωτεῖο τοῦ Πάπα συνδέεται μὲ τὸ ἀλάθητο. Στὴν Κατήχηση τοῦ Βατικανοῦ γράφεται ὅτι ὁ Χριστός, ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθεια, “δώρισε στὴν Ἐκκλησία Του τὴν ἰδιότητα νὰ συμμετέχει στὸ δικό Του ἀλάθητο”. Καὶ συγχρόνως γράφεται: “Αὐτὸ τὸ ἀλάθητο ἔχει ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης, κεφαλὴ τοῦ συλλόγου τῶν ἐπισκόπων, χάρη στὸ ἀξίωμά του, ὅταν, σὰν πρῶτος ποιμένας καὶ διδάσκαλος ὅλων τῶν πιστῶν, ποὺ στηρίζει στὴν πίστη τοὺς ἀδελφούς του, διακηρύσσει μὲ ὁριστικὴ πράξη μιὰ διδασκαλία σχετικὴ μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἠθική”. Αὐτὸ τὸ ἀλάθητο ὑπάρχει καὶ στὸ σῶμα τῶν ἐπισκόπων, “ὅταν αὐτοί, μαζὶ μὲ τὸν διάδοχο τοῦ Πέτρου, ἀσκοῦν τὸ ὕψιστο διδακτικό τους ἀξίωμα, προπάντων στὴν Οἰκουμενικὴ Σύνοδο”»[4]!
Το «Πρωτείο του επισκόπου Ρώμης», αποτελεί μέχρι σήμερα το βασικότερο δόγμα πίστεως στον Παπισμό, το οποίο μαζί με το «αλάθητο», καταλύει κάθε ίχνος Συνοδικότητος, διότι τοποθετεί τον «Πάπα» υπεράνω όλων των Συνόδων, ακόμα και των Οικουμενικών, υποβιβάζοντας τις Συνόδους σε απλά συμβουλευτικά όργανά του. Χωρίς υπερβολή ο «Πάπας» έχει αναχθεί σε είδος θεότητας, έχοντας πάρει την θέση του Χριστού στην Εκκλησία! Είναι πολύ χαρακτηριστική η δήλωση του Ντον Μπόσκο, που τιμάται από τον Παπισμό ως άγιος, ο οποίος είπε: «Ο Χριστός ύψωσε τον πάπα υπεράνω των προφητών, του Προδρόμου Ιωάννου, των Αγγέλων. Ο Ιησούς ανέβασε τον πάπα στο ύψος του Θεού…»[5]!
Απόλυτα διαφωτιστικός και ακριβής επ’ αυτού είναι και ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς: «Τὸ ὀρθόδοξον δόγμα, μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν-δόγμα περὶ τῆς Ἐκκλησίας, ἀπερρίφθη καὶ ἀντικατεστάθη διὰ τοῦ λατινικοῦ αἱρετικοῦ πᾶν-δόγματος περὶ τοῦ πρωτείου καὶ τοῦ ἀλαθήτου του πάπα, δηλαδὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐξ αὐτῆς δὲ τῆς παναιρέσεως ἐγεννήθησαν καὶ γεννῶνται συνεχῶς ἄλλαι αἱρέσεις: τὸ Filioque, ἡ ἀποβολὴ τῆς Ἐπικλήσεως, τὰ ἄζυμα, ἡ εἰσαγωγὴ τῆς κτιστῆς χάριτος, τὸ καθαρτήριον πῦρ, τὸ θησαυροφυλάκιον τῶν περισσῶν ἔργων…»[6]. Και συμπληρώνει: «το αλάθητον είναι φυσικόν θεανθρώπινον ιδίωμα και φυσική θεανθρώπινη λειτουργία της Εκκλησίας ως Θεανθρωπίνου Σώματος του Χριστού, του οποίου αιωνία Κεφαλή είναι η Αλήθεια, η Παναλήθεια, η Δευτέρα Υπόστασις της Υπεραγίας Τριάδος, ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός». Αντίθετα «το δόγμα περί του αλαθήτου του Πάπα είναι όχι μόνο αίρεσις, αλλά παναίρεσις. Διότι καμία αίρεσις δεν εξηγέρθη τόσον ριζοσπαστικώς και τόσον ολοκληρωτικώς κατά του Θεανθρώπου Χριστού και της Εκκλησίας Του, ως έπραξε τούτο ο Παπισμός δια του δόγματος περί του αλαθήτου του Πάπα – ανθρώπου. Δεν υπάρχει αμφιβολία· το δόγμα αυτό είναι η αίρεσις των αιρέσεων, μία άνευ προηγουμένου ανταρσία κατά του Θεανθρώπου Χριστού»[7].
Κατόπιν όλων αυτών νομίζουμε ότι δεν χρειάζεται παράθεση και άλλων στοιχείων, για να αποδειχτεί ότι η παπική «συνοδικότητα» ουδεμία σχέση έχει με το πατροπαράδοτο και δισχιλιόχρονο γνήσιο Συνοδικό Πολίτευμα της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού, η οποία δεν είναι άλλη από την Ορθοδοξία. Πρόκειται αποδεδειγμένα για συναντήσεις παπικών «κληρικών» και λαϊκών, των οποίων οι αποφάσεις έχουν μόνον συμβουλευτικό χαρακτήρα στον «Πάπα»! Ουδέποτε αυτές θα τις αποδεχτεί ως υποχρεωτικά εφαρμοστέες, διότι έτσι θα έθιγαν το παπικό «αλάθητο»!
Για να αποκτήσει ο αιρετικός Παπισμός γνήσια Συνοδικότητα θα πρέπει: α) Να αποκηρύξει όλες τις κακοδοξίες του, που συσσώρευσε αφότου αποκόπηκε, το 1054 από τον ενιαίο και αδιαίρετο κορμό της Εκκλησίας. β) Να αποκηρύξει το δαιμονικό δόγμα του «πρωτείου» του «Πάπα», το οποίο στηρίζεται σε πλαστά – χαλκευμένα μεσαιωνικά κείμενα (Ψευδοκωνσταντίνειος Δωρεά, κλπ). γ) Να αποκηρύξει το επίσης δαιμονικό δόγμα περί «αλαθήτου» του «Πάπα», το οποίο δομήθηκε στο επίσης πλαστό – χαλκευμένο κείμενο (Ψευδοϊσιδώρειες Διατάξεις). δ) Να ενταχτεί στο αρχαίο σύστημα της «Πενταρχίας» και στο σημερινό σύστημα των νέων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, ως ένα ισότιμο Πατριαρχείο, με ισότιμους Προκαθημένους, όπως λειτουργούσε στην αρχαία Εκκλησία και συνεχίζει να λειτουργεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Με άλλα λόγια, να αποβάλλει ο «Πάπας» την εωσφορική αλαζονεία του και να δεχτεί ότι, ως επίσκοπος, έχει την ίδια αξία, με όλους τους επισκόπους της Εκκλησίας, αποδεχόμενος μόνο την τιμητική θέση, όπως όρισε η συνοδική παράδοση (π.χ. Γ΄ κανών της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου).
Περαίνουμε την ανακοίνωσή μας με την επισήμανση, την οποία είχαμε κάμει και σε προηγούμενες σχετικές ανακοινώσεις μας, πως ο Παπισμός, παραμένοντας ολόιδιος και απαράλλακτος, μεσαιωνικός, έχει την ικανότητα να ελίσσεται, να συγχρονίζεται, αλλάζοντας τακτικές, ως χαμαιλέων, σύμφωνα με τις ιστορικές περιστάσεις, προκειμένου να μπορεί να επιβιώνει και να συνεχίζει να πραγματοποιεί τις πραγματικές του επιδιώξεις. Αυτές που κληρονόμησε από τον βαρβαρικό, φεουδαρχικό και δουλοκτητικό φραγκισμό, ήτοι: την άσκηση απολυταρχικής εξουσίας σε όσους μπορεί να εξουσιάσει και βέβαια την απώτερη κατάκτηση όλου του κόσμου. Αναμφίβολα, ο νεοφανείς και φαινομενικός οίστρος «συνοδικότητας» στον Παπισμό, δεν είναι τίποτε άλλο από ένα ακόμα τέχνασμα: α) Να δείξει, στην σύγχρονη εποχή του φιλελευθερισμού και του άκρατου δικαιωματισμού, ότι δήθεν διαπνέεται από «δημοκρατικές» και «φιλελεύθερες» αρχές, ότι δήθεν «άλλαξε» και «συγχρονίστηκε»! Να μπορέσει έτσι να συγκρατήσει τους οπαδούς του, οι οποίοι, απορρίπτοντας την απολυταρχία, την μονολιθικότητα και την περιθωριοποίηση του λαϊκού στοιχείου, εγκαταλείπουν τον Παπισμό, σε απίστευτους αριθμούς παγκοσμίως. Και β) να διασκεδάσει, ή μάλλον να αποπροσανατολίσει, για τις πιέσεις που δέχεται από ορθοδόξου πλευράς, στον συνεχιζόμενο κοινό θεολογικό διάλογο, η οποία προβάλλει την Συνοδικότητα, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόοδο των διαλόγων και για την μελλοντική ένωση Παπισμού και Ορθοδοξίας. Θυμίζουμε, παρεμπίπτοντος, τα όσα είχαν διαδραματιστεί στην Ι΄ Γενική Συνέλευση της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής στην Ραβέννα (8 και 14 Οκτωβρίου 2007), όπου πάσχιζαν οι συμμετέχοντες (εκατέρωθεν) να «εναρμονίσουν» το «πρωτείο» με την «Συνοδικότητα», γιατί Συνοδικότητα σημαίνει ισότης της ψήφου. Και εδώ συντρίβεται ο Παπισμός!
Κλείνουμε με την ταπεινή μας έκκληση προς όσους «βλέπουν θετικά» την όποια «άσκηση συνοδικότητας» στον Παπισμό, να προσπαθήσουν να αντιληφθούν και να συνειδητοποιήσουν πως, όσο αυτός παραμένει αμετακίνητος στις πλάνες του και ειδικά στο «πρωτείο» και το «αλάθητο» του «Πάπα», δεν θα υπάρξει γνήσια Συνοδικότητα, όπως αυτή βιώνεται και ασκείται εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια στην Μία, Αγία Καθολική και Αποστολική του Χριστού Εκκλησία, την Ορθόδοξη. Για τον απλούστατο λόγο: ότι Παπισμός και Συνοδικότητα είναι δύο απόλυτα αντιφατικές και ασυμβίβαστες έννοιες!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών
[1] Paul Evdokimov, Ortodoxia, trad. Dr Irineu Ioan Popa, Arhiereu vicar, Colecia Biblioteca Teologica, Teologi Ortodoci Straini, Editura IBMBOR, Bucureti 1996, σ. 174.
[2] http://www.imlemesou.org/index.php/psifides-pisteos-2/antiairetiko/1230-oi-planes-tou-papismoy-meros-a
[3]https://el.orthodoxwiki.org/%CE%A8%CE%B5%CF%85%CE%B4%CE%BF%CF%8A%CF%83%CE%B9%CE%B4%CF%8E%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%B5%CF%82_%CE%94%CE%B9%CE%B1%CF%84%CE%AC%CE%BE%CE%B5%CE%B9%CF%82
[4] https://www.parembasis.gr/index.php/el/menu-teyxos-159/1387-2009-159-15
[5] https://www.oodegr.com/oode/biblia/papas1/kef2.htm
[6] Ἀρχιμανδρίτου Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ Οἰκουμενισμός, ἔκδ. Ὀρθοδόξου Κυψέλης, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 224.