ΝΕΟ «ΣΥΓΧΩΡΟΧΑΡΤΙ» ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΤΙΚΑΝΟ: Η  ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ «ΑΦΕΣΗ ΑΜΑΡΤΙΩΝ» ΣΤΑ ΘΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΠΙΔΗΜΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ !

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 Εν Πειραιεί τη 30η Μαρτίου 2020

 

ΝΕΟ «ΣΥΓΧΩΡΟΧΑΡΤΙ» ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΤΙΚΑΝΟ: Η  ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ

«ΑΦΕΣΗ ΑΜΑΡΤΙΩΝ» ΣΤΑ ΘΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΠΙΔΗΜΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ !

 

Κάποιοι από τους «Ορθοδόξους», κληρικοί, η λαϊκοί, εμποτισμένοι από το δηλητήριο της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, εξακολουθούν να τρέφουν αυταπάτες και ψευδαισθήσεις, ότι ο Παπισμός δήθεν άλλαξε. Ότι έχει αναθεωρήσει πολλές κακοδοξίες και έχει προσεγγίσει την Ορθοδοξία, χάρις στους μακροχρόνιους διμερείς Διαχριστιανικούς Διαλόγους με την Ορθοδοξία. Ωστόσο η τραγική πραγματικότητα αποδεικνύει ότι ο Παπισμός, αφότου αποσχίστηκε από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική, Ορθόδοξη Εκκλησία μας τον 11ο αιώνα, εξακολουθεί να παραμένει μέχρι σήμερα αμετακίνητος στις δεκάδες κακοδοξίες, τις οποίες επισώρευσε στα χίλια χρόνια της ιστορικής του πορείας. Κακοδοξίες, οι οποίες ανατρέπουν στο σύνολό τους την αγιογραφική και αγιοπατερική μας Παράδοση.

Ένα ακόμη γεγονός που υπογραμμίζει και επιβεβαιώνει την παρά πάνω αλήθεια, αποτελεί η  πρόσφατη απόφαση του «Πάπα» Φραγκίσκου να δώσει, με συνοπτικές διαδικασίες, «δίκην σκούπας», «άφεση αμαρτιών» στα θύματα της επιδημίας του κορωνοϊού στην Ιταλία και άλλες χώρες, αλλά και στους εργαζομένους στον τομέα υγείας, χωρίς όμως να θέσει ως απαραίτητο όρο και προϋπόθεση για την συγχώρηση την μετάνοια. Σύμφωνα με την ειδησεογραφία: «Η Καθολική Εκκλησία αποφάσισε σήμερα, υπό ορισμένους όρους, την “πλήρη άφεση αμαρτιών” στους πιστούς που έχουν πληγεί από την πανδημία της νόσου Covid-19, είτε είναι στο νοσοκομείο είτε στο σπίτι τους. Σύμφωνα με διάταγμα που δημοσιοποίησε σήμερα ένα από τα δικαστήρια του Βατικανού, η συγχώρεση αφορά και άλλους καθολικούς πιστούς: τους επαγγελματίες υγείας και τους συγγενείς που περιθάλπουν τους αρρώστους τους που έχουν προσβληθεί από τον νέο κορωνοϊό και εκτίθενται έτσι στον κίνδυνο της μόλυνσης, καθώς και ανθρώπους που προσεύχονται υπέρ της ίασης των ασθενών και του τέλους της πανδημίας. Για να επωφεληθούν από αυτή την άφεση των αμαρτιών, οι ασθενείς θα πρέπει να μετάσχουν σ’ έναν ορισμένο αριθμό λειτουργιών που μεταδίδονται από απόσταση η σε άλλους τρόπους ευλάβειας, διατηρώντας επίσης το “πνεύμα απαλλαγμένο από κάθε αμαρτία”, ορίζει η Penitenzieria Apostolica, το δικαστήριο της Αγίας Έδρας. Το ίδιο ισχύει για όσους προσεύχονται υπέρ αυτών, η ανάγνωση της Βίβλου για παράδειγμα πρέπει να γίνεται για “τουλάχιστον μισή ώρα”. Τέλος, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δίνει συγχώρεση στους πιστούς της που είναι ετοιμοθάνατοι, υπό την προϋπόθεση ότι είναι πρόθυμοι και έλεγαν “τακτικά ορισμένες προσευχές κατά τη διάρκεια της ζωής τους”…. Στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η άφεση αμαρτιών περιλαμβάνεται στο Κανονικό Δίκαιο. Για να εισέλθει στον παράδεισο ο θανών πρέπει να έχει επανορθώσει για το κακό που διέπραξε, είτε στη γη πριν από τον θάνατό του, είτε περνώντας μέσα από το καθαρτήριο. Η καταχρηστική χρήση της άφεσης αμαρτιών από τους πάπες που δεν δίσταζαν να τις ανταλλάσσουν έναντι χρημάτων για να πληρώνουν τα έξοδά τους προκάλεσε τον 16ο αιώνα την προτεσταντική Μεταρρύθμιση. Σε μια πρόσθετη σημείωση, η Αγία Έδρα επισημάνει επιπλέον ότι η άφεση αμαρτιών θα μπορεί να γίνει “συλλογικά” και “χωρίς προηγούμενη ατομική εξομολόγηση” στα εδάφη που αυτή την περίοδο πλήττονται σκληρότερα από την πανδημία της ασθένειας του νέου κορονοϊού» (Ιστ. https://kataggeilte.blogspot.com/)!

Είναι φανερό ότι η παρά πάνω ενέργεια του Βατικανού προέρχεται από το γνωστό κακόδοξο δόγμα περί «των αφέσεων», (indulgentiae), το οποίο είναι αλληλένδετο με  μια άλλη κακόδοξη θεωρία, αυτή των «υπερτάκτων έργων» και υπεραφθόνων αξιομισθιών του Ιησού Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων. Σύμφωνα με τις κακοδοξίες αυτές, (που έχουν επικρατήσει στον Παπισμό ήδη από τον 11ο αιώνα), οι ποινές που επιβάλλονται από τον Θεό στον αμαρτάνοντα διαιρούνται σε αιώνιες και πρόσκαιρες. Εξ’ αυτών οι μεν αιώνιες συγχωρούνται διά της μετανοίας, οι δε πρόσκαιρες προλαμβάνονται, ή και μετριάζονται διά των επιβαλλομένων επιτιμίων, τα οποία όμως κατ’ αυτόν τον τρόπον προσλαμβάνουν χαρακτήρα ικανοποιήσεως της Θείας Δικαιοσύνης. Μεταξύ των προσκαίρων ποινών που λύονται βάσει του δόγματος των «αφέσεων», συγκαταλέγονται και οι τιμωρίες, τις οποίες υποφέρουν οι ψυχές, που βρίσκονται στον τόπο του καθαρτηρίου πυρός. Χορηγούνται δε οι «αφέσεις» αυτές υπό της Εκκλησίας δυνάμει των «υπερτάκτων έργων» και υπεραφθόνων αξιομισθιών του Ιησού Χριστού, της Παναγίας και των αγίων, τις οποίες μπορεί να διαχειρίζεται κατά την κρίση του ο «Πάπας». Οι δύο παρά πάνω κακόδοξες θεωρίες βρίσκονται σε στενή συνάφεια με δύο άλλες, εξ’ ίσου φρικτές και κακόδοξες θεωρίες: Της περί «ικανοποιήσεως της Θείας Δικαιοσύνης» και της περί «Καθαρτηρίου Πυρός», για τις οποίες έχουμε αναφερθεί σε παλαιότερη ανακοίνωσή μας με τίτλο: «‘Καθαρτήριο πυρ’. Μια από τις πολλές κακοδοξίες του Παπισμού», (3.12.2015), και παραπέμπουμε εκεί τον αναγνώστη για περισσότερες πληροφορίες. Όλες μαζί οι παρά πάνω κακοδοξίες απηχούν το δικανικό, (νομικίστικο), πνεύμα, το οποίο υιοθέτησαν και εισήγαγαν ο Τερτυλλιανός και ο Αυγουστίνος στη Δυτική «θεολογία», επί τη βάσει του οποίου κατανοείται το όλο μυστήριο της Ενσάρκου Θείας Οικονομίας και γενικότερα το Σωτηριολογικό Δόγμα της Εκκλησίας μας.

Στην προκειμένη περίπτωση η πλάνη των «αφέσεων» επικαλείται την άλλη πλάνη, αυτή των «υπερτάκτων έργων και αξιομισθιών», σύμφωνα με τον λόγο του προφήτου «άβυσσος άβυσσον επικαλείται», (Ψαλμ.41,8), για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της, διότι όπως θα δούμε παρά κάτω, δεν έχει κανένα βιβλικό, ή πατερικό έρεισμα. Το ότι οι κακόδοξες αυτές θεωρίες είναι πέρα για πέρα ασύστατες και αυθαίρετες, μόλις είναι ανάγκη να τονιστεί, όχι μόνον διότι δεν έχουν κανένα έρεισμα στην αγία Γραφή, αλλά και διότι είναι τελείως ξένες στην Πατερική και Συνοδική μας Παράδοση.  Ο θεόπνευστος λόγος του ευαγγελιστού Ιωάννου: «εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, πιστός εστι και δίκαιος, ίνα αφή ημίν τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας», (Α΄Ιω.1,9), δεν αφήνει κανένα περιθώριο αναπτύξεως της περί «αφέσεως» θεωρίας. Ο μέγας Αθανάσιος παρατηρεί: «Η αξιόλογος μετάνοια πάντα λύει τα αμαρτήματα», (Μ. Αθανασίου, Εις το κατά Ματθαίον, PG. 27,1388). Ο απόστολος Πέτρος αφού μετενόησε και έκλαυσε πικρώς για την άρνησή του, έτυχε τελείας αφέσεως και συγκαταριθμήθηκε πάλι στο χορό των αποστόλων, χωρίς να υποβληθεί σε καμία πρόσκαιρη ποινή. Κατά παρόμοιο τρόπο και ο ληστής πάνω στο σταυρό αφού μετανόησε, αξιώθηκε του παραδείσου, χωρίς να μεσολαβήσει χρόνος επιτιμίων προς ικανοποίηση μιας δήθεν τρωθείσης Θείας Δικαιοσύνης.

Επίσης ο θεόπνευστος λόγος του απόστολου Παύλου: «ουκ εξ έργων των εν δικαιοσύνη ων εποιήσαμεν ημείς, αλλά κατά τον αυτού έλεον έσωσεν ημάς δια λουτρού παλιγγενεσίας και ανακαινώσεως Πνεύματος Αγου, ου εξέχεεν εφ’ ημάς πλουσίως δια  Ιησού Χριστού του σωτήρος ημών,  ίνα δικαιωθέντες τη εκείνου χάριτι κληρονόμοι γενώμεθα κατ’ ελπίδα ζωής αιωνίου», (Τιτ.3,5-7), κονιορτοποιεί την πεπλανημένη θεωρία περί «υπερτάκτων έργων». Ο ίδιος ο Κύριος, μας βεβαιώνει ότι «όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα υμίν, λέγετε ότι δούλοι αχρείοί εσμέν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν», (Λουκ.17,10).  Όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας θεωρούσαν τους εαυτούς των ως τους μεγαλύτερους αμαρτωλούς και ομολογούσαν ότι σώζονται δωρεάν χάρις στην απολυτρωτική θυσία του Κυρίου και ότι έχουν ανάγκη του θείου ελέους, άνευ του οποίου κανείς απολύτως δεν μπορεί να δικαιωθεί και να σωθεί.

Επομένως, με βάση τα παρά πάνω, οι αμαρτίες των ανθρώπων δεν εξαλείφονται ούτε με πρόσκαιρες ποινές, ούτε με ένα μαγικό τρόπο, χάρις στις δήθεν «αξιομισθίες των αγίων», αλλά μόνον δυνάμει της απολυτρωτικής θυσίας του Κυρίου μας, με απαραίτητη όμως προϋπόθεση, την αληθινή και γνησία μετάνοια του αμαρτωλού. Τα επιτίμια, που επιβάλλει ο πνευματικός σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν αποσκοπούν στην εξόφληση προσκαίρων ποινών, ούτε στην «ικανοποίηση της Θείας Δικαιοσύνης», αλλά έχουν χαρακτήρα παιδαγωγικό και θεραπευτικό και αποσκοπούν να βοηθήσουν τον μετανοούντα αμαρτωλό, να αγωνιστεί με όλες του τις δυνάμεις, ώστε να μην ξαναπέσει στο ίδιο αμάρτημα.

Η αληθινή και γνησία μετάνοια, ως απαραίτητος όρος και προϋπόθεση για την πλήρη άφεση των αμαρτιών, είναι διάχυτη σε όλη την ευαγγελική διδασκαλία και στις επιστολές της Καινής Διαθήκης: Το κέντρο του κηρύγματος του Προδρόμου ήταν η μετάνοια. Ο  ίδιος ο Κύριός μας ξεκίνησε το δημόσιο έργο του, κηρύσσοντας μετάνοια: «Από τότε ήρξατο ο Ιησούς κηρύσσειν και λέγειν· μετανοείτε· ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών», (Ματθ.4,17). Την συναντούμε σε πάμπολλες παραβολές του Κυρίου, όπως στην παραβολή του Ασώτου και του Τελώνου και Φαρισαίου, στη μετάνοια της πόρνης, του Ζακχαίου, του ληστού επί του σταυρού, των μεγάλων αποστόλων Πέτρου και Παύλου, κ.λ.π. Μετά την ανάσταση, σε μια από τις εμφανίσεις του Κυρίου μας, υπογραμμίζεται και πάλι η μετάνοια ως απαραίτητος όρος για την άφεση των αμαρτιών: «και είπεν αυτοίς ότι ούτω γέγραπται και ούτως έδει παθείν τον Χριστόν και αναστήναι εκ νεκρών τη τρίτη ημέρα, και κηρυχθήναι επί τω ονόματι αυτού μετάνοιαν και άφεσιν αμαρτιών εις πάντα τα έθνη, αρξάμενον από Ιερουσαλήμ», (Λουκ.24,41). Ο απόστολος Πέτρος στην πρώτη του ομιλία την ημέρα της Πεντηκοστής κηρύσσει μετάνοια: «μετανοήσατε, και βαπτισθήτω έκαστος υμών επί τω ονόματι Ιησού Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών, και λήψεσθε την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος», (Πραξ.2,38), Κατά παρόμοιο τρόπο και ο απόστολος Παύλος στην ομιλία του στον Άρειο Πάγο: «τους μεν ουν χρόνους της αγνοίας υπεριδών ο Θεός τανύν παραγγέλλει τοις ανθρώποις πάσι πανταχού μετανοείν» (Πραξ.17,30).

  Ωστόσο ο «Πάπας» Φραγκίσκος φαίνεται να αγνοεί την αναγκαιότητα της γνήσιας μετάνοιας, αφού στο διάγγελμά του για «άφεση αμαρτιών» δεν γίνεται πουθενά λόγος για μετάνοια. Αντίθετα μάλιστα: «Η Αγία Έδρα επισημαίνει επιπλέον ότι η άφεση αμαρτιών θα μπορεί να γίνει “συλλογικά” και “χωρίς προηγούμενη ατομική εξομολόγηση” στα εδάφη που αυτή την περίοδο πλήττονται σκληρότερα από την πανδημία της ασθένειας του νέου κορωνοϊού». Ούτε καν η εξομολόγηση θεωρείται αναγκαία, ούτε επίσης η εκζήτηση της αφέσεως των αμαρτιών από τους πληγέντας, ή «τους επαγγελματίες υγείας και τους συγγενείς που περιθάλπουν τους αρρώστους τους». Αξίζει να σημειωθεί ότι ο «Πάπας» και οι φραγκοπαπάδες του δεν «λύνουν αμαρτίες» στο όνομα του Χριστού, αλλά στο δικό τους όνομα, με τη φράση «εγώ σε συγχωρώ»! Δεν είναι άλλωστε άσχετο το γεγονός ότι, σύμφωνα με την ειδησεογραφία, η περιβόητη «άφεση αμαρτιών» την όρισε «η Penitenzieria Apostolica, το δικαστήριο της Αγίας Έδρας», αποδεικνύοντας το δικανικό χαρακτήρα της «αφέσεως των αμαρτιών» που χορηγεί ο αιρετικός Παπισμός!

  Η μετάνοια για τον «Πάπα» έχει ένα μηχανιστικό, ή μάλλον ηθικιστικό χαρακτήρα, αφού όπως αναφέρεται στο διάγγελμα: «οι ασθενείς θα πρέπει να μετάσχουν σ’ έναν ορισμένο αριθμό λειτουργιών που μεταδίδονται από απόσταση η σε άλλους τρόπους ευλάβειας, διατηρώντας επίσης το ‘πνεύμα απαλλαγμένο από κάθε αμαρτία’… η ανάγνωση της Βίβλου για παράδειγμα πρέπει να γίνεται για “τουλάχιστον μισή ώρα”… Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δίνει συγχώρεση στους πιστούς της που είναι ετοιμοθάνατοι, υπό την προϋπόθεση ότι είναι πρόθυμοι και έλεγαν “τακτικά ορισμένες προσευχές κατά τη διάρκεια της ζωής τους”». Οι προσευχές, η ανάγνωση της Βίβλου και οι καλές πράξεις είναι αρκετές για την άφεση, χωρίς να απαιτείται ριζική αλλαγή στην πορεία πλεύσεως της ζωής του πιστού. Η αμέτρητη «αγάπη και φιλανθρωπία» του «Πάπα» ο οποίος διαχειρίζεται τα «περισσεύματα  των καλών έργων των αγίων», τα οποία μπορεί να διαθέσει σε όποιον θέλει, λύνει αυτομάτως το πρόβλημα της ριζικής μετανοίας, το οποίο άλλωστε απαιτεί πολύ κόπο και αγώνα. Μάλιστα έχει το «προνόμιο» ακόμα και να πουλάει τις «αφέσεις των αμαρτιών», έναντι χρηματικού αντιτίμου! Έτσι δεν εμφανίστηκαν τα διαβόητα «συγχωροχάρτια», τα οποία συσσώρευσαν για αιώνες αμύθητο πλούτο στο «κράτος του Θεού» και έγιναν αφορμή για την διάσπαση του Παπισμού στον Προτεσταντισμό τον 16ο αιώνα; Κατά τον Λούθηρο, ο διαβόητος πωλητής των παπικών λυσιποίνων Τέτσελ, διεφήμιζε το εμπόριό του με το δίστιχο:

«Μόλις σ’ αυτό τον κορβανά της Εκκλησίας το χρήμα κουδουνίσει,

μια ψυχή απ’ το καθαρτήριο στον παράδεισο θα φτερουγίσει».

Αλλά εδώ γεννάται το ερώτημα: Πως συμβαίνει ο σημερινός «Πάπας», που διαφημίστηκε και προβλήθηκε, ακόμη και από Ορθοδόξους αρχιερείς, ως ο κατ’ εξοχήν «Πάπας της φιλανθρωπίας και της ελεημοσύνης», να εξαντλεί την αγάπη και την φιλανθρωπία του μόνο με «αφέσεις αμαρτιών» και να μη διανοείται να βοηθήσει τους δυστυχισμένους αυτούς ανθρώπους, που επλήγησαν από τον κορωνοϊό, ή τους συγγενείς των, με ένα πιο έμπρακτο τρόπο; Γιατί δεν φρόντισε να  ανταποκριθεί στις υλικές των ανάγκες, ανοίγοντας τις Τράπεζες του Βατικανού, (τις Τράπεζες του «αγίου Πνεύματος», όπως αποκλήθηκαν, στις οποίες σημειωτέον είναι αποθησαυρισμένος αμύθητος πλούτος), βοηθώντας οικονομικά όλους εκείνους, που λόγω της επιδημίας βρέθηκαν ξαφνικά άνεργοι, ή αδυνατούν να ανταποκριθούν στις βασικές ανάγκες της επιβιώσεώς των; Αυτή η διαγωγή του δεν είναι άραγε υποκρισία χειρίστου είδους; Αναμφίβολα, ο Πάπας, όσο και αν προσπαθεί να εμφανίσει εαυτόν στην παγκόσμια κοινή γνώμη, ότι συμμετέχει στο δράμα των πληγέντων από τον κορωνοϊό, με τέτοιου είδους μεθοδεύσεις, «αφέσεων», ουσιαστικά είναι απών. Ουσιαστικά παραμένει ανάλγητος απέναντι στους συνανθρώπους του, οι οποίοι μαστίζονται αμείλικτα από την πανδημία του κορωνοϊού. Αν είχε ίχνος ευσπλαχνίας μέσα του, θα διέθετε μεγάλα χρηματικά ποσά από τις τράπεζες του Βατικανού για την ανακούφιση των πληγέντων και την κάλυψη των στοιχειωδών αναγκών των. Αλήθεια, πόσο έπεσαν έξω όσοι εκ των Ορθοδόξων, ακόμη και αρχιερέων, έσπευσαν πριν μερικά χρόνια να τον εγκωμιάσουν ως τον «Πάπα της αγάπης και της ευσπλαχνίας»!!! Έχουν άραγε λίγη ταπείνωση και λίγη μετάνοια, έστω και τώρα, να αναγνωρίσουν την πλάνη τους;

 Με όσα παρά πάνω ελέχθησαν, πιστεύουμε ότι έγινε πλέον σαφές, ότι ο Παπισμός εξακολουθεί να παραμένει πεισματικά αμετακίνητος στις κακοδοξίες του επί δέκα αιώνες μέχρι σήμερα. Με τις περί «αφέσεων» και περί «αξιομισθίας των αγίων» κακοδοξίες του, όπως επίσης και με εκείνες τις περί «Καθαρτηρίου πυρός» και «ικανοποιήσεως της Θείας Δικαιοσύνης», κακοποιεί με τον πλέον βάναυσο τρόπο το Σωτηριολογικό Δόγμα της Εκκλησίας. Χωρίς αμφιβολία η καθιέρωση των ως άνω κακοδοξιών στην «πνευματική» ζωή των πιστών υπήρξε μια από τις κυριότερες αιτίες της προϊούσης εκκοσμικεύσεως του Παπισμού. Και τούτο, διότι τους ενθαρρύνει στην αμετανοησία και στην κοσμική ζωή, αναστέλλοντας κάθε διάθεση για ειλικρινή μετάνοια και τρέφοντας την ψευδαίσθηση ότι ο «επί γης θεός» τους, ο «Πάπας», θα διαγράψει τα χρέη των αμαρτιών τους χωρίς μετάνοια, με κάποιο αυτόματο τρόπο, ή με  την καταβολή ενός χρηματικού ποσού. Άλλωστε και τα διαβόητα «συγχωροχάρτια» του παπικού μεσαίωνα αυτόν τον σκοπό εξυπηρετούσαν, σε συνδυασμό με την οικονομική αφαίμαξη των «πιστών», προς όφελος της παπικής «εκκλησίας»!

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών.