Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΠΙΚΩΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΠΑΝΔΗΜΙΑ.

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 Εν Πειραιεί τη 25η Μαΐου 2020

 

Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΠΙΚΩΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΠΑΝΔΗΜΙΑ

 Έχει γίνει ήδη πολύς λόγος και από πολλούς γύρω από τον διωγμό που εξαπέλυσε η Πολιτεία  τους τελευταίους τρείς μήνες εναντίον της Εκκλησίας, με πρόφαση την διασφάλιση της δημόσιας υγείας από την επιδημία του κορωνοϊού. Όλοι μας ζήσαμε οδυνηρές εμπειρίες, που θα μείνουν ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη μας. Οι λογίς χριστιανομάχοι πολιτικοί θεώρησαν την επιδημία σαν μια καλή ευκαιρία για να χτυπήσουν την Εκκλησία και μάλιστα στην «καρδία» της, που είναι το Ιερό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Σχετικά με το μυστήριο αυτό των μυστηρίων παρατηρεί ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας,  ότι «η ιερή τράπεζα ενοικίζει εμάς στον Χριστό και τον Χριστό σε μας, όπως μας υποσχέθηκε ο ίδιος ο Χριστός: ‘εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ’, (Ιω. 6,56), είπε. Αλλά αν μένει μέσα μας ο Χριστός τί άλλο χρειαζόμαστε; Ποίο αγαθό θα μας λείψει;… Πράγματι και η ψυχή και το σώμα και όλες μας οι δυνάμεις γίνονται όλα πνευματικά, διότι η ψυχή μας ενώνεται με την ψυχή Του, το σώμα μας με το σώμα Του, το αίμα μας με το αίμα Του… Τόσο τέλειο είναι το μυστήριο αυτό, περισσότερο από κάθε άλλο μυστήριο και μας οδηγεί στην ίδια την κορυφή των αγαθών, όπου βρίσκεται και ο έσχατος σκοπός κάθε ανθρώπινης προσπάθειας», («Περί της εν Χριστώ ζωής», Λόγος Δ΄ σελ. 193,195,197). Οι πιστοί βιώνουν τη μεγάλη αυτή αλήθεια, όπως την δίδαξε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός: «αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς. Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον και εγώ αναστήσω αυτόν εν τη εσχάτη ήμερα. Η γαρ σαρξ μου αληθώς εστί βρώσις, και το αίμα μου αληθώς εστί πόσις. Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ» (Ιωάν.6,53-58).

Την μεγάλη σημασία που έχει το Ποτήριο της Ζωής για τους πιστούς γνωρίζει πολύ καλά ο αντίδικος διάβολος. Γι’ αυτό και όχι μόνο σήμερα, αλλά ήδη από τα πρώτα χρόνια της ζωής της Εκκλησίας προσπάθησε να το συκοφαντήσει και με λύσσα να το πολεμήσει με κάθε τρόπο. Ας θυμηθούμε τις συκοφαντικές κατηγορίες εκ μέρους των ειδωλολατρών εναντίον των χριστιανών κατά την διάρκεια των διωγμών της ρωμαϊκής περιόδου, ότι δήθεν κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας τελούσαν ανθρωποθυσίες και ανθρωποφαγίες, επειδή παρεξηγούσαν τους λόγους του Κυρίου μας: «Λάβετε, φάγετε τούτο εστί το σώμα μου» και «Πίετε εξ’ αυτού πάντες, τούτο εστί το αίμα μου». Το γεγονός ότι οι αρχαίοι χριστιανοί δεν φοβήθηκαν τις συκοφαντίες, ούτε εξ’ αιτίας του φόβου αυτού σταμάτησαν να τελούν Θείες Λειτουργίες, αποτελεί δίδαγμα και παράδειγμα προς μίμηση για όλους μας, ώστε να μη φοβούμεθα τις συκοφαντίες, αλλά να συνεχίζουμε με θάρρος και ομολογιακό φρόνημα το ποιμαντικό μας έργο.

Στην παρούσα χρονική συγκυρία αξίζει να στρέψουμε την προσοχή μας προς τους ετεροδόξους και μάλιστα προς τον Παπισμό, για να δούμε, ποιά ήταν η στάση του απέναντι στην πανδημία και ειδικότερα η στάση του γύρω από το ζήτημα της μεταδόσεως, ή μη, του κορωνοϊού διά της Θείας Μεταλήψεως.

Το τελευταίο τεύχος του περιοδικού των εν Αθήναις Ιησουιτών παπικών «Ανοιχτοί ορίζοντες», (τευχ. 1122, Μάρτιος – Απρίλιος 2020), αφιερώνει τέσσερα σχετικά άρθρα, που μας βοηθούν να πάρουμε μια γεύση γύρω από το θέμα, που μας απασχολεί. Το πρώτο είναι του παπικού «κληρικού» κ. Θεοδώρου Κοντίδη με τίτλο: «Είναι ώρα να δούμε ποια θέση αφήνουμε για τον Θεό στη ζωή μας, αληθινά και επί της ουσίας». Το δεύτερο είναι του ιδίου με τίτλο: «Μέσα στη δοκιμασία μιας πανδημίας». Το τρίτο μια επιστολή ενός ανώνυμου μοναχού με τίτλο: «Σχολάσατε και γνώτε ότι εγώ ειμί ο Θεός». Και τέλος το τέταρτο είναι άρθρο ανώνυμου συγγραφέως με τίτλο: «Επιδημία ενός νέου ιού: Πως μαθαίνουμε να νικάμε τον φόβο». Και τα τέσσερα κινούνται περίπου στο ίδιο μήκος κύματος. Βλέπουν την επιδημία ως ένα φυσικό κακό, το οποίο οφείλουμε όλοι μας να αντιμετωπίσουμε με πίστη στο Θεό, υπευθυνότητα και αλληλεγγύη, ακολουθώντας τις οδηγίες της ιατρικής επιστήμης, με την βοήθεια της οποίας θα ξεπεράσουμε και την παρούσα δοκιμασία. Η Παπική Κοινότητα συμβάλει προς τον σκοπό αυτό κλείνοντας τους Ναούς, και αποκλείοντας την συμμετοχή των πιστών στη Θεία Λειτουργία και στη Θεία Μετάληψη. Από τα παρά πάνω άρθρα το πρώτο, του κ. Κοντίδη, κάνει ειδικό λόγο για τη Θεία Μετάληψη. Γράφει: «Οι εκκλησίες δεν μπορούν να γίνουν χώροι επεκτάσεως της επιδημίας. Σχετικά πολλά λέχθηκαν για τη Θεία Μετάληψη. Πιστεύουμε, όπως πρεσβεύει η καθολική πίστη και όλη η παράδοση, ότι κοινωνούμε στο σώμα και το αίμα του Χριστού. Στη Θεία Μετάληψη δεν λαμβάνουμε κάτι συμβολικό. Λαμβάνουμε το Χριστό και τη χάρη του. Η φύση όμως του άρτου και του οίνου δεν αλλάζει. Δεν αλλάζει η σύσταση, ούτε οι φυσικές ιδιότητες αυτών. Η καθαγίαση δεν εντοπίζεται στο μικροσκόπιο. Είναι πραγματική η παρουσία του Χριστού, αλλά δεν αλλάζει τις φυσικές ιδιότητες των τιμίων δώρων. Παρότι υπάρχουν και θαύματα, θα ήταν αδικαιολόγητο να ζητάμε θαύματα από το Θεό, γιατί έτσι μας αρέσει. Οπότε ήταν λογικό η Εκκλησία να προτείνει άλλους τρόπους θείας μετάληψης π.χ. τη μετάδοση στο χέρι, όπως γινόταν στους πρώτους αιώνες της Εκκλησίας…».

Αφού λοιπόν οι εκκλησίες «δεν μπορούν να γίνουν χώροι επεκτάσεως της επιδημίας», άρα καλώς έκλεισαν! Δεν υπάρχουν για τον κ. Κοντίδη εναλλακτικές λύσεις συμμετοχής του λαού με ελεγχόμενο αριθμό πιστών, όπως αυτό ισχύει, για παράδειγμα, στις Υπεραγορές και στις Τράπεζες. Το ότι θα στερηθούν οι πιστοί τη Θεία Μετάληψη για περισσότερο από τρείς μήνες σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, όπως στην Ιταλία, στη Γερμανία και στη Μεγάλη Βρετανία, αυτό δεν φαίνεται να τον προβληματίζει. Η στέρηση της Θείας Μεταλήψεως για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν θα οδηγήσει τους παπικούς σε πνευματικό μαρασμό και τελικά σε πνευματικό θάνατο. Η Θεία Μετάληψη δεν είναι γι’ αυτόν ένα άκρως σοβαρό ζήτημα, ένα θέμα ζωής, ή (πνευματικού), θανάτου, όπως είδαμε προηγουμένως να μας αναλύει ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας και να μας προειδοποιεί ο ίδιος ο Κύριος. Σε τελική ανάλυση, ούτε για τον κ. Κοντίδη, ούτε και για τον ίδιο τον Πάπα, φαίνεται να έχει κάποια σημασία το γεγονός της στερήσεως της Θείας Μεταλήψεως. Εύλογα εδώ γεννάται το ερώτημα: Μα δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά που επέρχεται στην πνευματική τους κατάσταση, όταν στερηθούν την Θεία Μετάληψη; Φυσικά και δεν καταλαβαίνουν, απλούστατα διότι αυτό που μεταλαμβάνουν, δεν είναι σώμα και αίμα Χριστού, αλλά απλός άζυμος άρτος, η λεγόμενη «όστια».  

Ισχυρίζεται επίσης ότι «κοινωνούμε στο σώμα και το αίμα του Χριστού». Κατ’ αρχήν η Παπική Κοινότητα από τότε που αποκόπηκε από το σώμα της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής, Ορθοδόξου Εκκλησίας έπαυσε πλέον να είναι Εκκλησία και εξέπεσε στην κατάσταση της αιρέσεως. Έπαυσε να έχει αληθινά και έγκυρα μυστήρια, μεταδοτικά Θείας Χάριτος. Κατά συνέπεια στην Θεία Λειτουργία των παπικών δεν έχουμε μεταβολή, (ή σύμφωνα με την δογματική διδασκαλία τους «μετουσίωση»), του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού. Πιο συγκεκριμένα η Θεία Μετάληψη για τον Παπισμό στους πιστούς, (λαϊκούς), δεν είναι σώμα και αίμα Χριστού, αλλά μόνο «σώμα», δηλαδή άζυμος άρτος, η λεγόμενη «όστια», που αποτελεί μια ακόμη καινοτομία, (από τις πολλές), που εισήγαγε ο Παπισμός ήδη από τον 11ον αιώνα. Κατά τον άγιο Νικόδημο τον αγιορείτη: «Από γαρ Χριστού έως του 1053 έτους δι’ ενζύμου άρτου ελειτούργει η των Δυτικών Εκκλησία. Κατά το έτος γαρ τούτο Λέων ο ένατος πρώτος εφευρετής των αζύμων εγένετο». (Βλ. Πηδάλιον, σελ. 87). 

  Εσφαλμένος είναι επίσης και ο επόμενος ισχυρισμός του ότι «λαμβάνουμε το Χριστό και τη χάρη του». Ούτε Χριστό μεταλαμβάνουν, ούτε την Χάρη Του, η οποία για τον Παπισμό δεν είναι άκτιστη ενέργεια του αγίου Πνεύματος, αλλά κτίσμα. Ο μακαριστός καθηγητής π. Ιωάννης Ρωμανίδης στο περισπούδαστο σύγγραμμά του, με τίτλο: «Το προπατορικό αμάρτημα», (Εκδ. Θεσσαλονίκη 1958), παρατηρεί σχετικά με το θέμα αυτό τα εξής: «Κατά τας προϋποθέσεις της Χριστολογίας της Εκκλησίας, η σωστική Χάρις είναι άκτιστος ενέργεια του Θεού και διά τους μετέχοντας της σωτηρίας έχει πηγήν, (χωρίς ποτέ να χωρίζεται της πηγής), μόνον τον αναστάντα Θεάνθρωπον… Αντιθέτως η Χριστολογία της Δύσεως βασίζεται κυρίως επί της δικανικής περί ικανοποιήσεως θεωρία του Ανσέλμου, κατά την οποίαν, εν συναρτήσει προς τας περί Θεού προϋποθέσεις αυτής, η θεία Χάρις δύναται να κατέλθει προς τους πιστούς μόνον ως κτίσμα, εάν είναι πραγματική, (Ρωμαιοκαθολικοί), ή ως απλώς μια διανοητική διάθεσις μη υπάρχουσα εκτός της θείας ουσίας…(Προτεστάνται)», (σελ. 15).

Και ο παρά κάτω ισχυρισμός του κ. Κοντίδη ότι «η φύση όμως του άρτου και του οίνου δεν αλλάζει. Δεν αλλάζει η σύσταση ούτε οι φυσικές ιδιότητες αυτών. Η καθαγίαση δεν εντοπίζεται στο μικροσκόπιο. Είναι πραγματική η παρουσία του Χριστού, αλλά δεν αλλάζει τις φυσικές ιδιότητες των τιμίων δώρων», δεν φαίνεται να συμφωνεί με την διδασκαλία των παπικών. Όπως είναι γνωστό ο Παπισμός κατά την Δ΄ Σύνοδο του Λατερανού, (1215), επί πάπα Ιννοκεντίου του Γ΄, εισήγαγε επισήμως τον όρο transsubstantiatio, o οποίος αποδίδεται στα ελληνικά με τον όρο «μετουσίωσις», για να υποδηλώσει την μεταβολή του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού και έκτοτε παραμένει μέχρι σήμερα ως επίσημη διδασκαλία του Παπισμού. Ωστόσο ο όρος «μετουσίωσις» των παπικών δηλώνει μεταβολή της φύσεως, της ουσίας, του άρτου και του οίνου, σε κάτι άλλο, σε σώμα και αίμα Χριστού, δηλώνει δηλαδή  το ακριβώς αντίθετο, με όσα γράφει ο κ. Κοντίδης, ότι «η φύση όμως του άρτου και του οίνου δεν αλλάζει». Ενώ λοιπόν πολύ σωστά δέχεται την Ορθόδοξη διδασκαλία, απορρίπτοντας τον όρο «μετουσίωσις», στη συνέχεια με όσα προσθέτει παρά κάτω, εμμέσως πλην σαφώς, αφήνει να εννοηθεί ότι τα Τίμια Δώρα είναι δυνατόν να μεταδώσουν λοιμώδεις μεταδοτικές ασθένειες. Γράφει: «Παρότι υπάρχουν και θαύματα, θα ήταν αδικαιολόγητο να ζητάμε θαύματα από το Θεό, γιατί έτσι μας αρέσει. Οπότε ήταν λογικό η Εκκλησία να προτείνει άλλους τρόπους Θείας Μετάληψης π.χ. τη μετάδοση στο χέρι, όπως γινόταν στους πρώτους αιώνες της Εκκλησίας…». Το θαύμα της μη μεταδόσεως λοιμωδών ασθενειών με τη Θεία Μετάληψη, που είναι ένα διαρκές θαύμα, που το ζη μόνον η Ορθόδοξη Εκκλησία εδώ και 2000 χρόνια, φυσικά δεν το ζη ο Παπισμός από τότε που αποσχίσθηκε από την Ορθοδοξία, απλούστατα διότι στην «όστια» των παπικών δεν γίνεται καθαγιασμός και μεταβολή σε σώμα και αίμα Χριστού. Στην ουσία παραδέχεται ότι η «όστια» μπορεί να μεταδώσει τον κορωνοϊό, γι’ αυτό και θεωρεί λογικό να «προτείνει άλλους τρόπους θείας μετάληψης π.χ. τη μετάδοση στο χέρι, όπως γινόταν στους πρώτους αιώνες της Εκκλησίας…». Το ακόμη πιο τραγικό για τον κ. Κοντίδη είναι το γεγονός, ότι ενώ διαπιστώνει αυτό το διαρκές θαύμα στη Θεία Κοινωνία των Ορθοδόξων και την έλλειψη αναλόγου θαύματος στη Θεία Κοινωνία των παπικών, δεν τολμάει να κάνει το σωτήριο άλμα, να απαρνηθεί δηλαδή τον Παπισμό και να ασπασθεί την Ορθοδοξία.      

Εάν όμως η άρνηση του διαρκούς αυτού θαύματος στη Θεία Κοινωνία των Ορθοδόξων είναι κάτι το τραγικό για τους παπικούς, πόσο άραγε απείρως τραγικότερη είναι η στάση κάποιων «Ορθοδόξων» κληρικών, (διαβρωμένων από την παναίρεση του Οικουμενισμού), οι οποίοι με δηλώσεις και ενέργειές των παραδέχονται κατ’ ουσίαν, ότι είναι δυνατόν να μεταδοθεί ο ιός από τον τρόπο της μετάληψης; Γι’ αυτό προτείνουν άλλους τρόπους μεταλήψεως, καταφρονώντας την παραδοσιακή δια της αγίας λαβίδος, την οποία τηρεί η Εκκλησία μας εδώ και είκοσι αιώνες. Τέτοιου είδους φρικτές δηλώσεις είδαν το φως της δημοσιότητος από υψηλά εκκλησιαστικά πρόσωπα:  Ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αμερικής κ. Ελπιδοφόρος, εξίσωσε τη Θεία Κοινωνία με την …εθελοντική αιμοδοσία! Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γερμανίας κ. Αυγουστίνος απαγόρευσε «άχρι καιρού» την Θεία Κοινωνία στους λαϊκούς, υπείκων στην ντιρεκτίβα της Γερμανικής Πολιτείας, η οποία συγχέει την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία με τον Παπισμό και τον Προτεσταντισμό. Σέρβος Επίσκοπος στη Γερμανία εισήγαγε τη χρήση «τσιμπίδας» ενώ στη Ρουμανία καθιερώθηκε η χρήση πλαστικών κουταλιών. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αυστρίας κ. Αρσένιος πρότεινε τον αρχαίο τρόπο μεταλήψεως, όπως αυτός διασώζεται στη «Θεία Λειτουργία του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου», ενώ και εις τον τρόπον αυτόν προβλέπεται «κοινό ποτήριο».        

Κλείνοντας επισημαίνουμε ότι η αλήθεια της Ορθοδόξου πίστεώς μας, αλλά και η πλάνη του Παπισμού καταδεικνύονται περίτρανα και διά μέσου του διαρκούς αυτού θαύματος, που συντελείται εδώ και 2000 χρόνια στην Θεία Μετάληψη των Ορθοδόξων. Το θαύμα αυτό, μαζί με το θαύμα του αγίου Φωτός από τον πανάγιο Τάφο του Κυρίου μας το Μέγα Σάββατο, αποτελούν δύο διαρκή θαύματα, που διακηρύσσουν διαχρονικά, που βρίσκεται η αληθινή Εκκλησία του Χριστού. Οι παπικοί δεν ομιλούν για διωγμό εναντίον της «Εκκλησίας» τους, διότι δεν ένοιωσαν να στερούνται τον πολύτιμο και ανεκτίμητο θησαυρό του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, απλούστατα διότι ποτέ δεν τον είχαν! Μόνον όταν στερηθεί κανείς κάτι πολύτιμο και ανεκτίμητο, τότε μόνον καταλαβαίνει, τι έχασε! Επισημαίνουμε ακόμη, ότι τόσον ο Παπισμός, όσο και ο Οικουμενισμός ακολουθούν παράλληλους δρόμους, ακόμη και στο συγκεκριμένο αυτό θέμα. Η μία αίρεση συμφωνεί απόλυτα με την άλλη. Αλλά πως θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά, αφού και τις δύο εμπνέει και καθοδηγεί ο ίδιος αρχέκακος όφις, ο διάβολος;

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών.