ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΩΤΗΡΙΑ ΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ!

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 6η Ιουνίου 2022

 

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΩΤΗΡΙΑ ΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ!

 

Το Γραφείο μας, στηριζόμενο στις μαρτυρίες της θεοπνεύστου Γραφής και στην Ορθόδοξη Παράδοση και έχοντας ως οδηγούς τους αγίους Πατέρες μας, έχει σταθερή την πεποίθηση ότι η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία του Χριστού είναι η μοναδική πύλη της σωτηρίας, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας: «ο πιστεύσας και βαπτισθείς, [και επομένως γενόμενος μέλος της Εκκλησίας του Χριστού], σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται», (Μαρκ.16,16). Επίσης ομόφωνη η πατερική μας Γραμματεία μαρτυρεί, ότι η μοναδική κιβωτός της σωτηρίας είναι η Εκκλησία, έξω από την οποία δεν υπάρχει σωτηρία. Την μαρτυρία αυτή συνοψίζει στη θεολογία του ο Άγιος Κυπριανός Καρθαγένης (+258) διακηρύσσοντας ότι «εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία». Δεν έχουμε ούτε μία μαρτυρία αγίου Πατρός, ο οποίος να διατυπώνει το αντίθετο.

Έχουμε συγγράψει πάμπολλες ανακοινώσεις μας, τονίζοντας αυτό το γεγονός και αναγκαζόμενοι από τις περιρρέουσες οικουμενιστικές δοξασίες περί του αντιθέτου. Διαβάζουμε συχνά σε κείμενα των θιασωτών του Οικουμενισμού την κακοδοξία, ότι δήθεν η Εκκλησία του Χριστού «δεν έχει την αποκλειστικότητα σωτηρίας», αλλά «υπάρχει σωτηρία και εκτός αυτής». Ότι δήθεν «δεν ταυτίζονται τα κανονικά με τα χαρισματικά όρια της Εκκλησίας» και επομένως υπάρχει σωτηρία και στις αιρέσεις και τις θρησκείες του κόσμου! Οι παρά πάνω ισχυρισμοί απηχούν ένα βασικό «δόγμα» του Οικουμενισμού ότι «όλες οι θρησκευτικές πίστεις προσφέρουν σωτηρία και είναι διαφορετικοί δρόμοι αναγωγής στον ίδιο Θεό»! Ένας από τους κλασικούς εκφραστές αυτής της κακοδοξίας σε εργασία του με τίτλο: «Εμπιστεύομαι την Εκκλησία» ισχυρίσθηκε ότι η Εκκλησία οφείλει να «αποστεί από την αλαζονεία της αποκλειστικότητας», διότι κατ’ αυτόν: «Η περί αποκλειστικότητας της Εκκλησίας διδασκαλία δεν αποτελεί δογματική διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας» και ότι  δήθεν «Η Ορθόδοξη Θεολογία θεωρεί ότι η Χάρις του Θεού μπορεί να πνέει και έξω από τα κανονικά όρια της Εκκλησίας και αυτό είναι σύμφωνο με τη βιβλική και πατερική διδασκαλία», (https://www.romfea. gr/katigories/10-apopseis/8579-empisteuomai-tin-ekklisia)!

Την παρά πάνω κακοδοξία διαπιστώσαμε και σε πρόσφατο σχόλιο της εφημερίδας  «Καθολική», (αρ. φύλλου 310, 20.4.2022), με τίτλο: «Υπάρχει σωτηρία έξω από την Εκκλησία;», από το οποίο πήραμε αφορμή για την παρούσα δημοσίευσή μας. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο: «Υπάρχει ένα ερώτημα το οποίο έθεσαν πολλές γενιές μέσα στις δύο χιλιετίες του Χριστιανισμού. Οι απαντήσεις που δόθηκαν παρουσιάζουν μία σημαντική εξέλιξη ανάλογα με την κατανόηση της θεολογικής έννοιας του θέματος, μέχρι την επίσημη δήλωση της Β΄ Συνόδου του Βατικανού για τις άλλες θρησκείες. Στο φως αυτής της δήλωσης μεταφράζουμε εδώ το σχόλιο μιας έγκυρης φωνής ενός καθολικού θεολόγου. ‘Κάποτε ήταν πεποίθηση των χριστιανών ότι έξω από την εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία και ότι μονάχα οι βαπτισμένοι μπορούν να σωθούν. Σήμερα πια δεν είμαστε τόσο κατηγορηματικοί. Δεν αμφισβητούμε ότι ο Ιησούς Χριστός είναι η τακτική οδός της Σωτηρίας, ότι ο λυτρωτικός του θάνατος εξιλέωσε αντικειμενικά τις αμαρτίες όλων και συμφιλίωσε την ανθρωπότητα με το Θεό. Ωστόσο είμαστε πεπεισμένοι ότι η χάρη του Ιησού Χριστού ενεργεί και έξω από τα τακτικά κανάλια, τα οποία είναι το βάπτισμα και η προσήλωση στην εκκλησία. Όσοι άνθρωποι, που δεν γνωρίζουν το Ευαγγέλιο, ζουν σύμφωνα με τις επιταγές της συνείδησής τους και σύμφωνα με τις αρχές της θρησκείας τους και βοηθούν τον πλησίον τους, μπορούν να είναι ενωμένοι με το Χριστό περισσότερο από τόσους και τόσους χριστιανούς, οι οποίοι δεν ζουν καθόλου τις απαιτήσεις του βαπτίσματος τους. Μπορούμε λοιπόν να πούμε, ότι υπάρχει σωτηρία έξω από το Χριστό, αν και η σωτηρία αυτή δεν είναι χωρίς τον Χριστό. Υπάρχει σωτηρία και έξω από την Εκκλησία, αν και η σωτηρία αυτή δεν είναι ανεξάρτητη από την Εκκλησία. Με έναν ‘τρόπο τον οποίο μόνο ο Θεός τον γνωρίζει’, το Άγιο Πνεύμα πνέει και έξω από τα ορατά σύνορα της Εκκλησίας. Ο Θεός ‘θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι’ και αυτός είναι αρκετά σοφός και παντοδύναμος για να πραγματοποιήσει, αυτό που θέλει. Αυτό είναι εκείνο γνωρίζουμε με βεβαιότητα και το οποίο μας δίνει σήμερα γαλήνη και την αισιοδοξία, όταν σκεπτόμαστε όλους εκείνους, που ζουν έξω από τους ορίζοντες του Χριστιανισμού» (Ρανιέρο Κανταλαμέσσα, ιεροκήρυκας του Ποντιφικού Οίκου: «Από το Ευαγγέλιο στη Ζωή»).

Είναι γνωστό ότι η Β΄ Βατικανή «Σύνοδος» (1962-1965), με το γνωστό  «Περί Οικουμενισμού Διάταγμα», εγκαινίασε το άνοιγμα του Παπισμού προς την παναίρεση αυτή, στην οποία  έδωσε την ιδική της ώθηση, στοχεύοντας στην  υποταγή όλου του χριστιανικού κόσμου, αλλά και των θρησκειών, στην παπική εξουσία. Με το διάταγμα αυτό αναγνωρίζει και άλλες «Εκκλησίες», εκτός από την «Καθολική», όμως «ελλειμματικές», (επειδή δεν θέλουν να υποταχτούν στον «Πάπα»), στις οποίες συντελείται η σωτηρία. Επίσης αναγνωρίζει ότι υπάρχει σωτηρία και στις θρησκείες του κόσμου, με τις οποίες συνδιοργανώνει σε τακτά χρονικά διαστήματα, (στην Ασίζη και αλλού), Διαθρησκειακές Συναντήσεις,  Διαλόγους και Συνέδρια, προκειμένου να προωθηθεί η  θρησκευτική σύγκληση και εν τέλει η θρησκευτική ένωση του κόσμου! Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι ο αρθρογράφος θεμελιώνει την πεποίθησή του περί της σωτηρίας εκτός της Εκκλησίας αποκλειστικά και μόνον στην Β΄ Βατικανή «Σύνοδο», χωρίς να παραθέτει ούτε μία βιβλική, ή πατερική μαρτυρία. Είναι ολοφάνερες επίσης και οι αντιφάσεις, στις οποίες καταλήγει, ότι δήθεν «υπάρχει σωτηρία έξω από το Χριστό, αν και η σωτηρία αυτή δεν είναι χωρίς τον Χριστό» και ότι δήθεν «υπάρχει σωτηρία και έξω από την Εκκλησία, αν και η σωτηρία αυτή δεν είναι ανεξάρτητη από την Εκκλησία», χωρίς να μπορεί να μας εξηγήσει, πως είναι δυνατόν να «υπάρχει σωτηρία έξω από το Χριστό» και ταυτόχρονα «η σωτηρία αυτή δεν είναι χωρίς τον Χριστό».

     Σχετικά με το θέμα αυτό ο πολιός καθηγητής Γ. Γαλίτης γράφει: «Η έννοια της Εκκλησίας δεν μπορεί να χωρισθεί από την έννοια της σωτηρίας και η σωτηρία δεν μπορεί να χωρισθεί από την έσχατολογική προοπτική της βασιλείας των ουρανών. Όταν λέμε σωτηρία, την ταυτίζουμε με την βασιλεία των ουρανών, με την απόλαυση της βασιλείας των ουρανών. Που θα τη βρούμε τη σωτηρία; Η σωτηρία βρίσκεται μόνον μέσα στην Εκκλησία. Αυτό το έλεγε επιγραμματικά ο Κυπριανός: Extra Ecclesia nulla salus, εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία [….] Για να έχεις ζωή, πρέπει να μετάσχεις στη Θεία Ευχαριστία. Εφόσον η Θεία Ευχαριστία πραγματώνεται και προσφέρεται μόνον μέσα στην Εκκλησία και εφόσον έξω από την Εκκλησία δεν μπορούμε να βρούμε την αιώνιο ζωή, καταλαβαίνουμε ότι η σωτηρία βρίσκεται μόνον μέσα στην Εκκλησία, που οικοδομείται μέσω της Θείας Ευχαριστίας και φανερώνεται με τη Θεία Ευχαριστία. […] Μόνον δια της βρώσεως της Θείας Ευχαριστίας αίρονται οι συνέπειες της βρώσεως που έβγαλε τους Πρωτοπλάστους από τον παράδεισο» (https://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/ theologia _zoi/themata .asp?cat= dogma &main =EK_texts&file=6.htm)! Ο σαφέστατος λόγος του Κυρίου: «εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς» (Ιωάν.6,53), δεν αφήνει κανένα περιθώριο σωτηρίας εκτός της Εκκλησίας.

Μία άλλη πτυχή του θέματος είναι το πως ο αρθρογράφος, (και κατ’ επέκταση ο Παπισμός) εννοεί τον όρο «σωτηρία». Όταν ο Παπισμός και Προτεσταντισμός ομιλούν περί σωτηρίας, δεν την εννοούν όπως την εννοεί και την βιώνει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Ο Παπισμός αρνούμενος την άκτιστη φύση της Θείας Χάριτος, αρνείται και την κατά χάριν θέωση του ανθρώπου, επειδή η «κτιστή χάρις» δεν μπορεί να θεώσει τον άνθρωπο. Η σωτηρία κατ’ αυτόν νοείται ως μία διαδικασία τηρήσεως των ευαγγελικών εντολών, ως μια κατάσταση ηθικής προόδου, επί τη βάσει της οποίας αξιώνεται ο οπαδός του Παπισμού κάποια μετά θάνατον μακαριότητα, ανάλογη με αυτήν που υπόσχεται ο Μωάμεθ στους οπαδούς του Ισλάμ. Όμως η σωτηρία δεν είναι μια διαδικασία ηθικής προόδου. Είναι μια απτή πραγματικότητα, ένας υπερρεαλισμός, που συντελείται αποκλειστικά στην Εκκλησία. Ο Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο για να μας κάνει «ηθικούς ανθρώπους», αλλά για να μας ελευθερώσει από την αιχμαλωσία του Σατανά, τη δουλεία της αμαρτίας και το θάνατο. Μόνον ο «κολλώμενος τω Κυρίω εν πνεύμά εστι», (Α΄Κορ.6,17), δηλαδή είναι ενωμένος μαζί Του, και σώζεται, όχι απλά ως «ηθικός άνθρωπος», αλλά ως οργανικό μέλος – κύτταρο του τεθεωμένου Σώματος του Χριστού.

Και ερχόμαστε τώρα να απαντήσουμε με πολλή συντομία, με βάση τις υπάρχουσες μαρτυρίες της Γραφής και την Ορθόδοξη Παράδοση, πάνω στα καυτά ερωτήματα: Πως θα κρίνει ο Θεός τους μη Χριστιανούς, εκείνους δηλαδή που δεν γνώρισαν το Ευαγγέλιο; Με ποια κριτήρια θα κριθούν όσοι ειδωλολάτρες έζησαν πρό Χριστού; Πρόκειται για ερωτήματα, που συχνά μας θέτουν πολλοί χριστιανοί: Ήδη το σχόλιο της «Καθολικής» προσπαθεί να δώσει κάποια απάντηση, κατά τη γνώμη μας εσφαλμένη: «Όσοι άνθρωποι, που δεν γνωρίζουν το Ευαγγέλιο, ζουν σύμφωνα με τις επιταγές της συνείδησης τους και σύμφωνα με τις αρχές της θρησκείας τους και βοηθούν τον πλησίον τους, μπορούν να είναι ενωμένοι με το Χριστό…». Κατ’ αρχήν κανένας από τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας δεν μας μίλησε με σαφήνεια, για το πως θα κρίνει ο Θεός τους εκτός της Εκκλησίας, που έζησαν μετά Χριστόν, όπως και για την τύχη των εθνικών, που έζησαν πρό Χριστού. Αυτό είναι ένα μυστήριο, το οποίο γνωρίζει μόνον ο Θεός και θα αποκαλυφτεί στα έσχατα. Εκείνο που με σαφήνεια γνωρίζουμε είναι, πρώτον μεν ότι η σωτηρία βρίσκεται μόνον μέσα στην Εκκλησία, διότι μόνον μέσα σ’ αυτήν έχουμε «ζωήν εν εαυτοίς» (Ιωάν.6,53). Και δεύτερον με σαφήνεια επίσης γνωρίζουμε, ότι ο Θεός θα κρίνει τους εκτός της Εκκλησίας με κριτήριο τη συνείδησή τους, επί τη βάσει των λόγων του αποστόλου Παύλου στην προς Ρωμαίους επιστολή του: «όσοι γαρ ανόμως ήμαρτον, ανόμως και απολούνται· και όσοι εν νόμω ήμαρτον, δια νόμου κριθήσονται….  όταν γαρ έθνη τα μη νόμον έχοντα φύσει τα του νόμου ποιή, ούτοι νόμον μη έχοντες εαυτοίς εισι νόμος,… οίτινες ενδείκνυνται το έργον του νόμου γραπτόν εν ταις καρδίαις αυτών, συμμαρτυρούσης αυτών της συνειδήσεως και μεταξύ αλλήλων των λογισμών κατηγορούντων η και απολογουμένων», (2,12,14,15). Μ’ άλλα λόγια ο Θεός έδωσε στους εκτός της Εκκλησίας αλλοθρήσκους, τον έμφυτο ηθικό νόμο της συνειδήσεως. Ο ιερός Χρυσόστομος παρατηρεί σχετικά ότι «Αντί του νόμου [του Μωσαϊκού], ήταν στους εθνικούς αρκετή η συνείδηση και το λογικό. Λέγοντας αυτά ο Παύλος έδειξε πάλι ότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ικανό για την εκλογή της αρετής και την αποφυγή της κακίας», (ΕΠΕ, 16β,454). Σε άλλο σημείο παρατηρεί ο ίδιος ιερός πατήρ: «Είναι περισσότερο αξιοθαύμαστοι, [οι μη Ιουδαίοι και οι μη Χριστιανοί], επειδή δεν χρειάσθηκαν τον νόμο και μπόρεσαν να εκτελέσουν όλες τις εντολές του νόμου, χαράζοντας στη διάνοιά τους όχι απλώς τα γράμματα, αλλά τα έργα του νόμου», (ΕΠΕ, 16β, 452).

Τόσον οι παπικοί, όσον επίσης και οι εκ των «Ορθοδόξων» οικουμενιστές επικαλούνται μια καινοφανή και κακόδοξη οικουμενιστική θεωρία, την λεγόμενη «Οικονομία του Πνεύματος», προκειμένου να στηρίξουν τους ισχυρισμούς των περί σωτηρίας και εκτός της Εκκλησίας. Μέσω αυτής πραγματοποιείται η σωτηρία των εκτός της Εκκλησίας ανθρώπων, που ανήκουν σε διάφορες θρησκείες, χωρίς την προϋπόθεση της πίστεως στο Χριστό και την είσοδό τους στην Εκκλησία με το άγιο βάπτισμα. Πρόκειται για μια από τις πλέον αντίχριστες και βλάσφημες θεωρίες, η οποία δίνει το πράσινο φως στην Ορθοδοξία, για  το «άνοιγμά» της στις θρησκείες του κόσμου, αλλά και την εκκλησιολογική νομιμοποίησή τους. Γύρω από την θεωρία αυτή το Γραφείο μας δημοσίευσε προ τετραετίας άρθρο με τίτλο: «Η κακόδοξη θεωρία της οικονομίας του Πνεύματος», (11.6.2018) και παραπέμπουμε εκεί τον αναγνώστη για περισσότερα στοιχεία.
Περαίνοντας εκφράζουμε τη θλίψη μας, όχι τόσο για το κατάντημα του Παπισμού, όσο κυρίως για το κατάντημα πολλών εκ των «Ορθοδόξων» προερχομένων οικουμενιστών, οι οποίοι ενώ ισχυρίζονται ότι είναι ορθοδοξότατοι, εν τούτοις με τις κακόδοξες διακηρύξεις τους, αλλά και με τα έργα τους αποδεικνύουν, ότι θεωρούν τον Παπισμό ως αληθή Εκκλησία με έγκυρα μυστήρια και αποστολική διαδοχή. Κατ’ εξοχήν δε μάλιστα λυπούμαστε, όταν αυτοί συμβαίνει να είναι και Επίσκοποι. Λυπούμεθα ειλικρινά, όχι μόνο διότι σκανδαλίζουν τον πιστό λαό του Θεού, αλλά και διότι θα είναι αναπολόγητοι εν ημέρα κρίσεως. Λυπούμεθα ακόμη όταν διαπιστώνουμε, ότι η διοικούσα Εκκλησία ούτε καν διανοείται να τους καλέσει σε απολογία, να τους ελέγξει για τις κακοδοξίες τους  και  να εφαρμόσει τους προβλεπόμενους Ιερούς Κανόνες. Η δε πικρία μας γίνεται ακόμη μεγαλύτερη, όταν διαπιστώνουμε ότι τα πρόσωπα αυτά όχι μόνο δεν αποδοκιμάζονται, ούτε ελέγχονται, για όσα κακόδοξα λέγουν και πράττουν, αλλά και τιμώνται και επαινούνται ποικιλοτρόπως. Μακάρι να βρεθούν έστω κάποιοι Επίσκοποι, οι οποίοι με γενναίο και ομολογιακό φρόνημα θα ελέγξουν και θα ανατρέψουν τις κακοδοξίες τους. Το άκρως λυπηρό αυτό φαινόμενο πιστεύουμε ότι είναι ένα από τα «σημεία των καιρών» και δείχνει ότι βρισκόμαστε στους έσχατους καιρούς, όπου ο Αντίχριστος βρίσκεται «προ των πυλών», χωρίς βέβαια να γνωρίζουμε, πότε ακριβώς θα έρθει. Εκείνο που απομένει σε μας είναι να επαγρυπνούμε και να εντείνουμε τον πνευματικό μας αγώνα, ώστε να είμαστε πάντοτε έτοιμοι, να δίνουμε την ομολογία της πίστεώς μας προς πάσαν κατεύθυνση μέχρι θανάτου.

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών