ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 10η Νοεμβρίου 2025
ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΕΓΚΥΡΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΟΙ ΑΙΡΕΣΕΙΣ;
Ζούμε σε εποχή πρωτοφανούς πνευματικής σύγχυσης, την οποία καλλιεργεί το περιρρέουν συγκρητιστικό πνεύμα του Οικουμενισμού, ο οποίος εμφανίστηκε στις αρχές του περασμένου αιώνα και έχει ως στόχο και έργο την πνευματική – θρησκευτική (και όχι μόνο) ενοποίηση της ανθρωπότητας. Για να πετύχει το στόχο του επιχειρεί να αμβλύνει τις επιμέρους θρησκευτικές πίστεις, να τις καταστήσει μη «αποκλειστικές», ώστε να γίνουν αποδεκτές από τις άλλες. Θυμίζουμε την κοινή απόφαση του «Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών» του Τορόντο: «Καμιά Εκκλησία δεν μπορεί να διεκδικήσει για τον εαυτό της θέση ανωτερότητας ή εκκλησιαστικής αποκλειστικότητας απαιτώντας της επιστροφή των άλλων σ’ αυτήν»[1]. Θυμίζουμε επίσης την θέση Επισκόπου και καθηγητή: «Η περί αποκλειστικότητας της Εκκλησίας διδασκαλία δεν αποτελεί δογματική διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας»[2]!
Όσον αφορά στον κατακερματισμένο Χριστιανισμό, προσπαθεί να απομειώσει τις βασικές αρχές των επί μέρους «εκκλησιών» και ομολογιών, για να πετύχει την «σύγκληση». Το αυτό επιχειρεί και για την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, την αληθινή και μοναδική Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, να υποβαθμίσει την πίστη της ότι μόνο σε Αυτή συντελείται η σωτηρία. Να πείσει ότι σωτηρία συντελείται και στις «άλλες εκκλησίες» και ομολογίες.
Ιθύνοντες του οικουμενιστικού συγκρητισμού, εντός και εκτός της Εκκλησίας, ισχυρίζονται ότι καμιά «εκκλησία» δεν έχει το δικαίωμα να μονοπωλεί την αποκλειστικότητα της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, διότι αυτή την θεωρούν ως «αόρατη» και πως όλες οι «εκκλησίες» αποτελούν τους «κλάδους» της. Πρόκειται για τις σύγχρονες εκκλησιολογικές πλάνες περί «αοράτου εκκλησίας» και «θεωρίας των κλάδων». Επί πλέον έχουν διατυπωθεί και οι έτερες κακόδοξες θεωρίες (και δυστυχώς και από ορθοδόξους), την «βαπτισματική θεολογία» και την «ευχαριστιακή θεολογία». Σύμφωνα με αυτές όσοι χριστιανοί βαπτίστηκαν στην οποιαδήποτε «εκκλησία» θεωρούνται μέλη της «αοράτου εκκλησίας» και σε όποια «εκκλησία» τελείται η Θεία Ευχαριστία, αυτή ανήκει στην «αόρατη εκκλησία»!
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια προωθείται η νεοφανής παράδοξη θεωρία, σαφώς κακόδοξη, ότι δήθεν η Εκκλησία δεν περιορίζεται στα «κανονικά της όρια», αλλά εκτείνονται πέρα από αυτά τα «χαρισματικά της όρια»! Ο ως άνω Επίσκοπος και Καθηγητής έγραψε: «Η Ορθόδοξη Θεολογία θεωρεί ότι η Χάρις του Θεού μπορεί να πνέει και έξω από τα κανονικά όρια της Εκκλησίας και αυτό είναι σύμφωνο με τη βιβλική και πατερική διδασκαλία»! «Είναι δεδομένο και απολύτως κατανοητό ότι για να μπορεί να γίνει λόγος για Εκκλησία έξω από τη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, θα πρέπει να υπερβεί κανείς την αντίληψη της αποκλειστικότητας και να παραδεχθεί την ύπαρξη της χάριτος και την πνοή του Αγίου Πνεύματος εκτός αυτής. Με άλλα λόγια τίθεται το ερώτημα, εάν στις διατετμημένες και αποσχισθείσες ομάδες μπορεί να υπάρχουν μυστήρια, αρχής γενομένης από του βαπτίσματος»[3]. Που σημαίνει απλά ότι …σώζει και εκτός των ορίων της, δηλαδή, στα σχίσματα και στις αιρέσεις! Πως «σώζει»; Αποδεχόμενη την εγκυρότητα των «μυστηρίων» των αιρετικών! Τρανταχτό παράδειγμα η αποδοχή του Βαπτίσματος των αιρετικών, με την άρνησή τους να τους βαπτίζουν κατά την εισδοχή τους στην Εκκλησία, παρά μόνον να τους μυρώνουν! Αρκεί λένε να έχει τηρηθεί ο τύπος του Μυστηρίου!
Με το να δέχονται τα μυστήρια των αιρετικών ως έγκυρα, αποδέχονται και την ιερατική «αποστολική διαδοχή», ακόμη και στους αιρετικούς Προτεστάντες οι οποίοι αρνούνται το μυστήριο της Ιεροσύνης, όπως και όλα τα υπόλοιπα μυστήρια, ή τους έχουν αλλάξει το νόημα! O ιστορικός, Καθηγητής Βλάσιος Φειδάς, αναφέρει ότι αυτή είναι η «αποκλίνουσα εκκλησιολογία του ιερού Αυγουστίνου, η οποία και σε αυτό το σημείο αλλοίωσε την μέχρι τότε παραδοσιακή εκκλησιολογία και αναγνώρισε κύρος στα μυστήρια εξω-εκκλησιαστικών κοινοτήτων»[4].
Δυστυχώς καλλιεργείται ένα κλίμα σύγχυσης στον εκκλησιαστικό χώρο, από τους θιασώτες της «ενώσεως των εκκλησιών», χωρίς τις προϋποθέσεις που θέτει η εκκλησιαστική μας παράδοση, δηλαδή την μετάνοια των αιρετικών και την επιστροφή τους την Ορθοδοξία μας, η οποία έχει όλα τα στοιχεία εκείνα που την ταυτίζουν με στην Μία και Αδιαίρετη Εκκλησία του Χριστού, καθότι μόνον Αυτή από την πολυπληθή πανσπερμία των αιρετικών ομάδων, δεν πρόσθεσε και δεν αφαίρεσε τίποτε από την «άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις» πίστη (Ιούδ,3). Επ’ αυτού σημείωσε ο Καθηγητής Ν. Ματσούκας: «Η ορθόδοξη άποψη είναι σαφής και ανυποχώρητη. Εμμένει στην αρχαιότητα της διδασκαλίας. Αυτή και μόνο είναι το κριτήριο της γνησιότητας και αυθεντικότητας»[5].
Σύγχυση στο ορθόδοξο πλήρωμα υπάρχει και όσον αφορά στα μυστήρια των αιρετικών, αν είναι έγκυρα ή άκυρα.
Στην παρούσα ανακοίνωσή μας θα προσπαθήσουμε να αποδείξουμε πως εκτός της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας δεν υπάρχουν έγκυρα μυστήρια και ως εκ τούτου δεν υπάρχει σωτηρία. Αυτή δεν είναι δική μας υποκειμενική γνώμη, αλλά θεμελιώδης πίστη της Εκκλησίας μας.
Επ’ αυτού είχε γράψει τα εξής σημαντικά, τα οποία απηχούν την ορθόδοξη διδασκαλία, ο αείμνηστος Αρχ. κυρός Γεώργιος Καψάνης, Προηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους και ομολογητής της ορθοδόξου πίστεως: «Η παράδοσις της Εκκλησίας, ως αποτυπούται εις τους ι. Κανόνας, κατενόησε πάντοτε την αίρεσιν και το σχίσμα ως φρικτά και αποτρόπαια μέσα, δι’ ων ο εχθρός της σωτηρίας επιχειρεί “μερίζειν το του Χριστού σώμα” δια να ματαιώση την σωτηρίαν του ανθρώπου. […] Οι Πατέρες της Εκκλησίας, επόμενοι τη διδασκαλία της Καινής Διαθήκης και ιδία του Απ. Παύλου και του Ευαγγελιστού Ιωάννου, οι οποίοι καταδικάζουν την αίρεσιν μετά σφοδρότητος, ουδεμίαν εδέχοντο συμφιλίωσιν ή συνύπαρξιν με την αίρεσιν, αρνούμενοι να ίδουν αυτήν υπό το πρίσμα του σχετικισμού και σκεπτικισμού, ως ατυχή αλλά πάντως ευγενή και νόμιμον προσπάθειαν ερμηνείας της χριστιανικής αληθείας. Ούτως οι επιμένοντες τη αιρέσει αιρετικοί θεωρούνται από τους αγίους Πατέρας ως “ακάθαρτοι”, “αντίπαλοι Χριστού”, “ιερόσυλοι και αμαρτωλοί”, “αντικείμενοι (τω Χριστώ) τουτ’ έστι πολέμιοι και αντίχριστοι”, “ους ο Κύριος πολεμίους και αντιπάλους λέγει εν τοις Ευαγγελίοις” (Κανών Καρχηδ.), “νεκροί” (Αγ. Αθαν. λθ’ εορτ. επιστ.), “εχθροί της αληθείας” (α’ ΣΤ’). Η αίρεσις δε χαρακτηρίζεται ως “πλάνη” και “φαυλότης” φέρουσα τον όλεθρον (νζ’ Καρθαγ.), ως “στρεβλότης” (Κανών Καρχηδ.), ως “ελεεινή πλάνη” εις την οποίαν “κατεδέθησαν” οι αιρετικοί (ξστ’ Καρθαγ.), ως “μεμιασμένη κοινωνία” (ξθ’ Καρθαγ.), ως “ρίζα πικρίας άνω φύουσα”, ήτις “μίασμα γέγονε τη καθολική Εκκλησία, η των χριστιανοκατηγόρων αίρεσις” (ιστ’ Ζ’). Η αυστηρά αύτη στάσις των αγίων Πατέρων είναι συνέπεια της Εκκλησιολογίας αυτών. Εφ’ όσον μία μόνον Εκκλησία υπάρχει (εν σώμα μόνον αντιστοιχεί εις την μίαν κεφαλήν), είναι φυσικόν, ότι οι αποκόπτοντες εαυτούς δια της αιρέσεως ή του σχίσματος από της Μιας Εκκλησίας παύουν να είναι μέλη του Σώματος του Χριστού και να έχουν το Άγιον Πνεύμα. Ο “οίκος αυτών αφίεται έρημος” και εκπίπτει εις “εκκλησίαν πονηρευομένων” (Νικηφ. Ομολ. Επιστ. γ’). Εφ’ όσον ο αιρετικός στερείται της χάριτος, δεν είναι δυνατόν να διατηρή την ιδιότητα του μέλους της Εκκλησίας. Το ανάθεμα δεν αποκόπτει αυτόν της Εκκλησίας αλλ’ εξαγγέλλει εις το πλήρωμα της Εκκλησίας την απ’ αυτού του αιρετικού πραγματοποιηθείσαν αυτο-αποκοπήν δια της εκπτώσεώς του από της ορθής πίστεως προς σωτηρίαν και αυτού και των λοιπών μελών της Εκκλησίας». Και συμπεραίνει ο μακαριστός π. Γεώργιος Καψάνης: «Εντεύθεν και τα μυστήρια των αιρετικών θεωρούνται ως άκυρα, καθ’ όσον οι αιρετικοί στερούνται του Αγίου Πνεύματος. Παρά τοις αιρετικοίς δεν υφίσταται καν αληθές βάπτισμα ή χρίσμα»[6].
Επ’ αυτού πολύ διαφωτιστικός είναι και ο αείμνηστος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής ΕΚΠΑ, κυρός Πρωτ. Ιωάννης Ρωμανίδης, ο οποίος προσεγγίζει την έννοια των Ιερών Μυστηρίων, στην σωστή τους, την ορθόδοξη διάσταση, ως θεραπευτική του ασθενούς πνευματικά ανθρώπου: «Στον Μεσαίωνα ήταν πάρα πολύ γνωστό, στους κυβερνώντες, ποια είναι η διαφορά μεταξύ Ορθοδοξίας και αιρέσεως. Ποια είναι η διαφορά; Η διαφορά είναι απλουστάτη. Ότι στην αίρεση δεν υπάρχει θεραπεία του νού του ανθρώπου. Στην Ορθοδοξία όμως θεραπεύεται ο νους του ανθρώπου. Στην Ορθοδοξία υπάρχει θεραπεία της ανθρωπίνης προσωπικότητος και απόδειξις είναι οι άγιοι. Οι αιρετικοί ήταν κάτι αντίστοιχο με τους κομπογιαννίτες και υπέσχοντο κάποια ζωή μετά θάνατον. Σ’ αυτήν όμως εδώ τη ζωή δεν έδιναν θεραπεία στους πιστούς τους ούτε προσέφεραν τίποτε παραπάνω από μία επί πλέον δεισιδαιμονία. Οι αιρέσεις ήταν και είναι θρησκείες για μετά τον θάνατο. Αιρετικός ήταν εκείνος του οποίου τα δόγματα δεν ήταν Ορθόδοξα· έτσι δεν του επέτρεπαν να φθάση στην κάθαρσι και στον φωτισμό. Η Ορθοδοξία όμως προσφέρει αυτήν την θεραπεία και οδηγεί τον άνθρωπο στην κάθαρσι και στον φωτισμό […] Η Ορθοδοξία ξεχωρίζει από ένα μοναδικό φαινόμενο, που δεν υπάρχει στις άλλες θρησκείες. Αυτό είναι ανθρωπολογικό και θεραπευτικό. Σ’ αυτό διαφέρει. Η Ορθοδοξία είναι μία θεραπευτική αγωγή που θεραπεύει την ανθρώπινη προσωπικότητα…»[7].
Εξυπακούεται λοιπόν πως στην αίρεση δεν υπάρχει θεραπεία, διότι από μόνη της η αίρεση είναι σοβαρή λοιμική πνευματική νόσος, εφεύρημα του διαβόλου, να αποσπά ψυχές από την σωστική αγκαλιά της Εκκλησίας. Τα Ιερά Μυστήρια είναι τα θεραπευτικά μέσα, για την θεραπεία των πιστών. Τίθεται το εύλογο ερώτημα: πως είναι δυνατόν να παρέχουν θεραπεία οι αιρέσεις, οι οποίες από μόνες τους νοσούν; Πως είναι δυνατόν να έχουν τα θεραπευτικά μέσα, τα μυστήρια να παρέχουν σωτηρία;
Η Εκκλησία του Χριστού, είναι το θείο και μοναδικό καθίδρυμα, το μοναδικό θεραπευτήριο, όπου μπορούν να καταφύγουν οι ασθενείς πνευματικά άνθρωποι για να θεραπευτούν. Όπως υπάρχουν τα αληθή νοσοκομεία, όπου επιστήμονες ιατροί με επιστημονικές μεθόδους προσφέρουν θεραπεία στους αρρώστους, υπάρχουν και οι αγύρτες και τσαρλατάνοι, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο, υποσχόμενοι θεραπεία, προς ίδιον όφελος, χωρίς αποτέλεσμα. ΄Έτσι και στον πνευματικό τομέα υπάρχουν οι τσαρλατάνοι αιρετικοί, οι οποίοι, για ίδιον όφελος και παρακινημένοι από το διάβολο, υπόσχονται σωτηρία, η οποία είναι ψεύτικη.
Το πόσο μακριά από την αλήθεια είναι οι αιρετικοί και πόσο αξιοκατάκριτοι, ώστε να μην έχουν Θεία Χάρη και μυστήρια, μας το βεβαιώνει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ ουν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως…»[8]. Και ο ιερός Δαμασκηνός σημειώνει: «Ο γαρ μη κατά την παράδοσιν της Καθολικής Εκκλησίας πιστεύων ή κοινωνών δια των ατόπων έργων τω διαβόλω άπιστός εστιν»[9] Είναι δυνατόν λοιπόν να είναι οι υπόδικοι στα μάτια του Θεού και άπιστοι αιρετικοί, όπως τους χαρακτηρίζουν οι ανωτέρω Πατέρες, «δοχεία» της Θείας Χάριτος και να έχουν γνήσια μυστήρια;
Μέγας Ιατρός στην Εκκλησία είναι το Άγιο Πνεύμα, το Οποίο, δια των Ιερών Μυστηρίων προσφέρει σωτηρία και απολύτρωση. Σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, «ubi Ecclesia, ibi et Spiritus Sanctus» (δηλ. όπου η Εκκλησία εκεί το Πνεύμα το Άγιο), δρα μέσα στην Εκκλησία. Κι ακόμα, κατά τον μεγάλο Πατέρα και Οικουμενικό Διδάσκαλο της Εκκλησίας, Άγιο Κυπριανό Καρχηδόνος, «εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία», όπως και από το ανάλογο χωρίο άλλου έργου του, ότι «δεν μπορεί να έχει κάποιος πατέρα τον Θεό, αν δεν έχει μητέρα την Εκκλησία». Ο Καθηγητής Βλ. Φειδάς αποφαίνεται πως αυτή είναι «η κύρια αρχαία εκκλησιαστική “γραμμή” η οποία εκφράζεται από τον ιερό Κυπριανό Καρχηδόνος»[10], που σημαίνει ότι εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχουν τα μέσα σωτηρίας, δηλαδή δεν υπάρχουν Μυστήρια! Γι’ αυτό και οι Πατέρες έδωσαν μεγάλους αγώνες να οριοθετήσουν την ορθόδοξη πίστη και να καταδείξουν τις αιρέσεις ως οδούς απωλείας, ως σπέρματα του «απ’αρχής ανθρωποκτόνου» διαβόλου (Ιωάν.8,40).
Η ορθόδοξη θεολογία δέχεται την Εκκλησία ως τη μόνη ταμειούχο της θείας χάριτος κιβωτό, επομένως ό,τι υπάρχει έξω απ’ αυτή δεν μπορεί να μεταδώσει τη λυτρωτική χάρη του Κυρίου. Οι αιρετικοί που είναι έξω από την Εκκλησία δεν μπορούν να μεταδώσουν τη χάρη, την οποία έχασαν. Δίδει κανείς εκείνο το οποίο έχει, όχι εκείνο που δεν έχει!
Κλείνουμε την ανακοίνωσή μας με μια πολύ σοβαρή επισήμανση του αειμνήστου Αρχ. κυρού Γεωργίου Καψάνη για την ενδοτικότητα πολλών ορθοδόξων κληρικών και λαϊκών θεολόγων, οι οποίοι δίδουν εκκλησιαστική υπόσταση στις αιρετικές ομάδες. «Εάν οι ποιμένες της Εκκλησίας υιοθετήσουν μίαν συγκρητιστικήν στάσιν έναντι της αιρέσεως, το μεν ποίμνιον θα απωλέση την ομολογιακήν του ευαισθησίαν και ευκόλως θα υποπέση εις την αίρεσιν, οι δε αιρετικοί θα σχηματίζουν την εντύπωσιν ότι δεν απέχουν της Αληθείας και συνεπώς δεν χρειάζεται να μετανοήσουν. Εντεύθεν η λίαν αυστηρά στάσις την οποίαν επιτάσσουν οι ι. Κανόνες έναντι των αιρετικών είναι εις το βάθος φιλάνθρωπος στάσις, τούτο μεν διότι προφυλάσσει το ποίμνιον από την λύμην της αιρέσεως, τούτο δε διότι δίδει νύξεις εις τας συνειδήσεις των αιρετικών προς επιστροφήν αυτών»[11]. Αυτή την αυστηρότητα θα πρέπει να ακολουθούμε και όσον αφορά την μη γνησιότητα των μυστηρίων στις αιρέσεις!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών
[1] https://www.inaa.gr/2017/03/10/%CE%BA%CE%B1%CE%BC%CE%B9%CE%AC-%CE%B5%CE%BA%CE%BA%CE%BB%CE%B7%CF%83%CE%AF%CE%B1-%CE%B4%CE%B5%CE%BD-%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%81%CE%B5%CE%AF-%CE%BD%CE%B1-%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%BA%CE%B4/
[2]https://www.ipaidia.gr/paideia/i-orthodoksi-eklisia-einai-apokleistika-monon-auti-i-mia-agia-katholiki-kai-apostoliki-eklisia/
[3] Όπου ανωτέρω
[4] ΒΛ. ΙΩ. ΦΕΙΔΑ, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμ. Α΄, Αθήναι 1994, σελ. 567ε.569.570
[5] Ν. ΜΑΤΣΟΥΚΑ, Ορθοδοξία και αίρεση, Φιλοσοφική και Θεολογική Βιβλιοθήκη 23, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 19922, σελ. 34.99.102.103.
[6] https://www.impantokratoros.gr/ECF6709D.el.aspx
[7] ΠΡΩΤΟΠΡ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ, ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ, Πατερική Θεολογία, εκδ. Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 127.30. 168.
[8] Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360
[9] ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, 4, 10, PG 94, 1128A
[10] ΒΛ. ΙΩ. ΦΕΙΔΑ, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμ. Α΄, Αθήναι 1994, σελ. 567ε.569.570.


