ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 2017

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 2017

   

 

 

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

ΕΠΙ ΤΗι ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 2017

ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ

ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΦΑΛΗΡΟΥ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ & ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ

Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΚΛΗΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΦΙΛΟΧΡΙΣΤΟΝ ΛΑΟΝ

ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

* * * * * *

γαπητά μου παιδιά,

Κατά τήν περίοδο πού διανύσαμε, στίς δεκαπέντε πρτες μέρες το Αγούστου, ο χριστιανοί εχαμε τήν εκαιρία καί τήν ελογία νά δηγήσουμε τά βήματά μας στούς Ναούς κατά τό σπέρας, στε νά ψάλλουμε τούς Παρακλητικούς Κανόνες τς περαγίας Θεοτόκου. Δέν εναι παίτηση το τυπικο πού μς θησε προσευχητικ πρός τήν Παναγία. Εναι ατή ταραχή πού συγκλονίζει τήν παρξή μας καθημερινά. Εναι κούραση καί δύνη πού μς καταβάλει μπροστά στά μικρά καί στά μεγάλα προβλήματα ατο του βίου. Τούτη ταλαιπωρία περιγράφεται ξάλλου μέ κρίβεια στίς Παρακλήσεις, γι’ ατό μελωδικά κετεύουμε: «Τν παθν μου τόν τάραχον, τόν κυβερνήτην τεκοσα Κύριον, καί τόν κλύδωνα κατεύνασον τν μν πταισμάτων, θεονύμφευτε».

Προσκυνώντας σήμερα, νήμερα τς παμμεγίστης ορτς τς Κοιμήσεως τς Θεοτόκου, τήν πανίερη εκόνα Της, βλέπουμε τούτη τήν ταραχή, ατή τήν ταλαιπωρία στά πρόσωπα τν γίων ποστόλων. Ο κήρυκες το Εαγγελίου, ο φωτιστές το κόσμου, περιτριγυρίζουν τό ερό σκήνωμα τς Παναγίας, καί θλίψη το θανάτου καταβάλει γιά κόμα μία φορά τήν ψυχή τους. Εναι κενοι πού ξαγγέλλουν τήν νάσταση το ησο Χριστο, κενοι πού διδάσκουν πώς θάνατος νικήθηκε, πώς καταπατήθηκε ριστικά. Καί παρότι ο διοι χουν δραιώσει τούτη τήν πίστη τς ζως καί τς σωτηρίας στά γκατα τς πάρξεώς τους, πονον καί κενοι ντικρίζοντας τήν σκιά το θανάτου νά πικάθεται πάνω στήν μορφή τς Μητέρας το Θεο. Πέτρος προσφέρει θυμίαμα, Παλος κεσία, νδρέας στέκεται σκεπτικός, ωάννης θρηνε γιά κείνη πού εχε δεχθε ς μάνα, λλοι ποστρέφουν τό πρόσωπο, λλοι χαμηλώνουν τό βλέμμα.

Μά κείνη, Παναγία Παρθένος, στέκεται στό κέντρο κοιμωμένη, λλά καί ναβαίνουσα ες τούς ορανούς· μέ σμα γαληνεμένο καί ψυχή νυψούμενη πρός τόν Υό καί Θεό Της. παντ στή θλίψη καί στόν πόνο τν ποστόλων μέ να μήνυμα μυστικό, πού δέν κφράζεται μέ λέξεις, μά εναι παρατατα ελαλο καί χηρό: « νάσταση το Υο μου νικ τό θάνατο, νικ τήν δύνη, νικ τήν ταραχή. Προσέλθετε κοντά μου νά δετε, λτε νά νοιώσετε, ταχύνετε νά ναπαυθετε».

Πο φείλεται μως τό ταραχδες του βίου μας; Γιατί τόση γωνία καί φόβος; Γιατί τόσα πάθη καί τόσες τιμίες; Γιατί τόσα δεινά καί παθήματα; Γιατί τόση δύνη καί τόση δυστυχία;

Μία πρώτη ατία τς τόσης ταραχς μς ποτελε νάγκη. νθρωπος σέ τοτο τόν σκληρό κόσμο, σέ τοτο τόν κόσμο τς πτώσεως καί τς φθορς, προσπαθε καθημερινά νά πιβιώσει. ξασφάλιση τς τροφς, τς νδυσης, τς προστασίας, τς σφάλειας δηγον τόν νθρωπο σέ συνεχ προσπάθεια, σέ μία μάχη καθημερινή. κόπος πέρμετρος, κάματος πολύς, μά χι ρκετός γιά νά ξασφαλιστε κβαση τούτου το γώνα. Ο νάγκες μς συχνά θά μς καταβάλουν, θά μς κατανικήσουν, θά μς δηγήσουν σέ γωνία καί σέ διέξοδο.

ταραχή μας πίσης φείλεται στόν νταγωνιστικό χαρακτήρα τν σχέσεών μας. Ο νθρωποι χοντας πολέσει τήν νότητα μέ τόν ορανό καί μεταξύ τους, προσπαθον νά πιβληθον νας στόν λλον. Τό παιχνίδι τς ξουσίας, κρύβεται ς πειρασμός κόμα καί στίς σχέσεις πού βασίζονται στήν γάπη. συζυγία, φιλία, συνεργασία φθείρονται καί κλωνίζονται. φθόνος καί μοχθηρία μολύνουν τήν προσπάθειά μας νά πικοινωνήσουμε νας μέ τόν λλον. φόβος πώς λλος εναι χθρός, τοιμος νά μς πληγώσει καί νά μς δουλώσει, δραιώνει στή ψυχή μας τόν κλύδωνα καί τήν τρικυμία.

πό τήν λλη δέν πρέπει νά ξεχνομε πώς ταραχή κολουθε τήν μαρτία ς φυσική πίπτωση. ταν μιλομε γιά μαρτία ννοομε τήν πόσταση το νθρώπου πό τό Θεό. Τοτο τό χάσμα δέν εναι να θεωρητικό σχμα, λλά να γεγονός το ποίου ο πιπτώσεις ψηλαφονται στή καθημερινότητά μας. νθρωπος δημιουργήθηκε πό τό Θεό «κατ’ εκόνα καί καθ’ μοίωσιν». Μέ τήν πτώση μακραίνει πό τήν ληθινή του φύση, πό τόν φυσικό του προορισμό. Ατή πομάκρυνση πό τή θεία προοπτική δήγησε τόν νθρωπο σέ φοβερή σύγχυση. Ποιός σκοπός τς πάρξεώς του; Πο πρέπει νά δηγήσει τά βήματά του; Τί ρμόζει στήν νθρώπινη φύση καί τί εναι ξένο πρός ατή; Ποιά τά ρια καί ποιά προοπτική της ζως του; σο τά ρωτήματα παραμένουν ναπάντητα νθρωπος βρίσκεται γκλωβισμένος μέσα σέ ργα καί πράξεις χωρίς νόημα, τά ποία δέν πηρετον τήν λήθεια γιά τήν ποία εναι φτιαγμένος, λλά τήν κακία καί τήν μικρότητα. Τούτη τραγική μπειρία τς μαρτωλότητας ταράζει βαθιά τήν παρξή μας.

ταραχή τελικά εναι γνήσιο τέκνο το θανάτου. νθρωπος μακριά πό τό Θεό ζε τήν ζοφερή κατάσταση το θανάτου. Τό λγος καί σθένεια χτυπον ξαφνικά καί προοιωνίζουν τό τέλος. Μά καί σέ κάθε νθρώπινη προσπάθεια δημιουργική καί σπουδαία, θάνατος ρίχνει τή σκιά το προσπαθώντας νά σκοτίσει τήν κβαση ατς. χει νδιαφέρον πώς στήν ποχή μας τήν παραλυτική δύναμη το θανάτου ρχονται νά τήν μολογήσουν κόμα καί πρόσωπα πού πέχουν πολύ πό τήν κκλησιαστική ατοσυνειδησία. νομαστός ψυχαναλυτής, μαρτυρε μετά πό πολυετ μελέτη σέ σειρά σθενν, πώς ατία κάθε νεύρωσης ποτελε φόβος το θανάτου, κόμα καί σέ κενες τίς περιπτώσεις πού δέν εναι τοτο φανερό. θάνατος ποδομε  τά πάντα, στερε πό τόν νθρωπο κάθε ασθηση σταθερότητας καί προοπτικς, δηγώντας τόν στό μηδέν καί στό τίποτα. Μπροστά σέ ατό τό ρεβος νθρωπος χάνει κάθε ρεμία καί σορροπία, γκαταλειπόμενος στήν ταραχή καί στήν στάθεια.

Στό πρόσωπο μως τς Παναγίας Παρθένου, τούτη ταραχή ποσύρεται καί παύει. Ατό μαρτυρεται μέ ποιητικό τρόπο κατά τήν κολουθία το Μεγάλου Παρακλητικο Κανόνος: «ν τας ζάλαις φερον σέ λιμένα, ν τας λύπαις χαράν καί εφροσύνην, καί ν τας νόσοις ταχινήν βοήθειαν, καί ν τος κινδύνοις, ρύστιν καί προστάτιν, ν τος πειρατηρίοις».

Κυρία Θεοτόκος παύει τήν ταραχή πρωτίστως γιατί δέν γκαταλείφθηκε δια κατά τόν παρόντα βίο στήν νάγκη. μέριμνά της δέν ταν πώς θά ζήσει μία «φυσιολογική» ζωή, μέ νεση καί σφάλεια, μέ τιμή καί πλοτο, λλά πώς θά πηρετήσει τό σχέδιο το Θεο γιά τή σωτηρία το κόσμου. Τοτος προσανατολισμός τήν δήγησε κατά τόν Εαγγελισμό στήν ταπεινή πόκριση «δού δούλη Κυρίου· γένοιτο μοί κατά τό ρμά σου». Καί ατή κατάφαση στήν πρόσκληση το Θεο νωσε τόν ορανό καί τή γ, φέρνοντας στή θέση τς ταραχς τήν ερήνη τήν νωθεν.

Κυρία Θεοτόκος καταργε τήν ταραχή γιατί δέν εδε τά πρόσωπα πού τήν περιέβαλαν νταγωνιστικά. Δέν διεκδίκησε κάποια θέση, κάποιο ρόλο. ταν μητέρα το ησο, μά ποδεχόταν κάθε λόγο το Υο καί Θεο της χωρίς νά προβάλει κανένα δικαίωμα: «ς γάρ ν ποιήση τό θέλημα το Θεο, οτος δελφός μου καί δελφή μου καί μήτηρ στί». κούγοντας τήν φωνή το Χριστο, γίνεται διπλά μητέρα Του, χι μόνο γιατί τόν δέχτηκε στά σπλάχνα της, λλά καί γιατί γινε κείνη πού πρώτη ποίησε τό θέλημά Του στόν σχατο βαθμό. Μακριά πό διεκδικήσεις καί ριδες, γινε τό κέντρο τν ποστόλων μετά τήν νάληψη το Κυρίου, γινε σημεο ναφορς τς κκλησίας, παράδειγμα καί πρότυπο γιά κάθε πιστό.

Κυρία Θεοτόκος παλλάσσει πό τήν ταραχή γιατί ζησε ν πολύτω γνεία. ν καί ταν νθρωπος πως μες, φέρουσα τό προπατορικό μάρτημα, γαθή της προαίρεση πό τή μία, καί γκατοίκηση το Υο καί Λόγου το Θεο ντός Της πό τήν λλη, τήν κατέστησαν ειπάρθενο Κόρη. γνότητα τς Παναγίας φείλεται στό τι μαρτία δέν μπόρεσε νά βρε τόπο σέ ατήν. Τίποτα δέν μποροσε νά τήν χωρίσει πό τήν γάπη το Θεο, πό τήν σχέση καί τήν κοινωνία μαζί του, πρό το τόκου, κατά τόν τόκο, καί μετά τόν τόκο το Θεανθρώπου. τσι Παρθενία τς Παναγίας μς γίνεται μαρτυρία καταπαύσεως τς ταραχς πού συνοδεύει τόν ρχομό τν νθρώπων στόν κόσμο, το πόνου καί τν δυνν τς γυναίκας κατά τήν γέννα. πανάμωμος Μαριάμ φανερώνει πώς μαρτία δέν ποτελε πλέον ποκλειστική πιλογή το νθρώπου, φο χριστιανός μπορε νά τήν ρνηθε καί νά τήν ντιπαλέψει, γαληνεύοντας τόν βίο του καί τήν παρξή του.

Κυρία Θεοτόκος ναιρε τήν ταραχή γιατί ν γνώρισε τόν θάνατο δέν κατανικήθηκε πό ατόν. Παναγία μς πεθαίνει ληθινά. εκόνα τς Κοιμήσεως τς Θεοτόκου ποκαλύπτει μέ τρόπο ξεκάθαρο τήν στορικότητα το γεγονότος. χωρισμός τς ψυχς πό τό σμα, στορεται μέ τρόπο συγκλονιστικό. Τό σμα τς Μαριάμ γαληνεμένο σέ πνο βαθύ, κι ψυχή Της μέ μορφή νηπίου στίς Υκές γκάλες. μως τά πότοκά του θανάτου δέν γγίζουν τήν Παναγία μας. Υός Της δέν πιτρέπει στό σμα πού Τόν γέννησε, νά γκαταλειφθε στή φθορά καί στή σήψη. Μαζί μέ τήν γία ψυχή της, δέχεται καί τό παναγνό σμα Της, φανερώνοντάς μας πώς νόμος το θανάτου δέν εναι πλέον κυρίαρχος. Γι’ ατό ο φόβοι μς μπορον νά καταλαγιάσουν, καί λπίδα πρέπει νά γεννηθε στή ψυχή τν πιστν.

γαπητά μου παιδιά,

σα προβλήματα καί νά ταλανίζουν τή ζωή μας· σες μέριμνες κι ν σκοτίζουν τό νο μας· σοι φόβοι κι ν κινητοποιον τήν παρξή μας· σοι πειρασμοί κι ν ξεγελον τή θέλησή μας· σες σθένειες κι ν ταλαιπωρον τό σμα μας· σα μαρτήματα κι ν βαραίνουν τήν ψυχή μας· ση ταραχή καί ν χθοφορεται στή ζωή μας· Κυρία Θεοτόκος μπορε νά παντήσει σέ λα τά δεινά μας, σέ κάθε πειρασμό καί δοκιμασία. Γι’ ατό ξίως πευθύνουμε τοτες τς μέρες πρός τήν Παναγία μνους καί δεήσεις μέ θέρμη καί λπίδα: «Χαρε θρόνε πυρίμορφε Κυρίου, χαρε θεία καί μανναδόχε στάμνε, χαρε χρυσή λυχνία, λαμπάς σβεστος, χαρε τν παρθένων δόξα καί μητέρων, ράϊσμα καί κλέος».

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!

Μέ λη μου τήν γάπη

Ο    Μ Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ι Τ Η Σ    Σ Α Σ

Πειραις ΣΕΡΑΦΕΙΜ